Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2010

Το άγιο τσιπουράκι πάει σινεμά...


ATTENBERG (Αθηνά-Ραχήλ Τσαγκάρη)



ΠΟΥ? Κινηματογράφος Νιρβάνα, Λεωφ Αλεξάνδρας 192

ΠΟΤΕ? Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου, 20:15



Κάποιος θα λεγε ότι 2 ποτήρια porto sandeman και μισό πακέτο νικοτίνη δεν είναι τα καλύτερα συνοδευτικά για κινηματογράφο και ειδικά αν πρόκειται για το νέο κύμα του ελληνικού σινεμά. Όταν όμως πρόκειται για το attenberg για το οποίο έχει ειπωθεί ότι είναι ένα sequel του Κυνόδοντα τότε μάλλον δε φτάνουν. Και αυτό γιατί ο κυνόδοντας είναι μια τόσο βαριά ταινία για το στομάχι σου που δεν τη βλέπεις δεύτερη φορά πόσο μάλλον να παρακολουθήσεις τη κινηματογραφική της συνέχεια. Διαβάζοντας λοιπόν το συνοδευτικό φυλλάδιο με τις πληροφορίες της ταινίας ανακαλύπτω ότι ο Λάνθιμος συμμετέχει με ένα δεύτερο ρόλο επαληθεύοντας τις υποψίες μου ότι ανήκουν στην ίδια δημιουργική ομάδα με την Αθηνά Τσαγκάρη και ότι μοιράζονται πιθανόν και τις ίδιες αισθητικές ανησυχίες. Παρατηρώ επίσης ότι η ταινία επενδύεται με τη μουσική των Suicide που αυτό σημαίνει ότι σίγουρα είναι μια πιο light εκδοχή της αντίστοιχης του Λάνθιμου. Η περιέργειά μου λοιπόν κορυφώνεται, περιφρονώ τα μπαγιάτικα νάτσος του bar πού άλλωστε δε ταιριάζουν με το πορτογαλικό κρασί και στρογγυλοκάθομαι στη πολυθρόνα.

Η προβολή ξεκινάει με τη μικρού μήκους ταινία casus beli του Γιώργου Ζώη που είναι μάλλον ένα πανόραμα του νεοέλληνα μέσα από έναν γνώριμο θεσμό για την ελληνική κοινωνία, την ουρά (σε δημόσιες υπηρεσίες, σούπερ μάρκετ, σκυλάδικα κ.α). Φρέσκια οπτική και κοινωνικό σχόλιο συνθέτουν ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα.



Στο κυρίως μέρος τώρα, το κινηματογραφικό σύμπαν του attenberg έχει ως γεωγραφικό φόντο το βιομηχανικό περιβάλλον του παραθαλάσσιου χωριού Άσπρα σπίτια Βοιωτίας βουτηγμένο σε ένα χειμωνιάτικο μελαγχολικό σκηνικό στο οποίο το υγρό στοιχείο και οι καμινάδες του εργοστασίου μπλέκονται αρμονικά. Δε θα μιλήσω για μεταρεαλιστικό σινεμά υποκειμενικού ιδεαλισμού αυτό όμως που θα πω είναι ότι πράγματι η θεματολογία, οι ρόλοι και η γενικότερη αισθητική προσέγγιση θυμίζει έντονα τον κυνόδοντα και αυτό είναι κάτι παραπάνω από ενοχλητικό μιας και το φιλμ αποτυγχάνει να αποκτήσει τη δικιά του ταυτότητα.



Η Μαρίνα (Ariane Labed) λοιπόν μεγαλώνει με τον ετοιμοθάνατο πατέρα της (Βαγγέλης Μουρίκης) ο οποίος προετοιμάζει την έξοδό από τη ζωή με έναν ιδιαίτερο τρόπο, αυτή στα 23 της προσπαθεί να γνωρίσει τη σεξουαλικότητα με τη βοήθεια της φίλης της, Μπέλλα(Ευαγγελία Ράντου). Η Μαρίνα γνωρίζει και έναν ξένο (Γιώργος Λάνθιμος) και μαζί του θα προσπαθήσει να κάνει τα πρώτα της βήματα στις ετεροσεξουαλίκές σχεσεις. Τα ντοκιμαντέρ σχετικά με την ζωή των θηλαστικών του Sir David Attenborough και η μουσική των Suicide δεσπόζουν στη ταινία.



Το δυνατό σημείο του Attenberg είναι ασφαλώς οι ερμηνείες της Labed και του Μουρίκη, ειδικά οι μονόλογοι του τελευταίου σχετικά με τον απολογισμό της δικιάς του ζωής αλλά και της πορείας της γενιάς του είναι πράγματι απολαυστικοί Η Labed επιτυγχάνει πλήρως στην υποκριτική απόδοση της Μαρίνας γεγονός που θα της αποφέρει το βραβείο γυναικείας ερμηνείας στη Μπιενάλε της Βενετίας.



Στο σενάριο όμως και στη σκηνοθεσία ρίχνει βαριά τη σκιά του ο Κυνόδοντας αφού οι ομοιότητες στη φυσιογνωμία αλλά ακόμα και στη σχέση μεταξύ των 2 κοριτσιών είναι απροκάλυπτες



Εν κατακλείδι, δε θα έλεγα ότι κάποιος θα χάσει το απόγευμα του ή τα λεφτά του αν επιλέξει να παρακολουθήσει τη ταινία, όμως και μόνο η συνολική αναφορά της λέξης "Κυνόδοντας" 6 φορές στο κείμενο είναι από μόνη της μια κριτική. Σε ποιον θα λείψει το Attenberg αν προηγουμένως έχει παρακολουθήσει τον Κυνόδοντα??

Βαθμολογία: Τσίπουρο εμφιαλωμένο από το σούπερ μάρκετ!

Σάββατο 11 Δεκεμβρίου 2010

Static

...[...]... I passed through that corridor
where they sat, where they are
and when you penetrate to the most high God
you will believe you are mad
you will believe you've gone insane
but I tell you if you follow the secret window
and you die to the ego nature
you will penetrate this darkness
oh yes there's many a man or woman
that's been put in the insane asylum
when this has happened to them
and they're sitting there today, people think they're insane
but they saw something that's real
and they see it when they're on drugs
the only thing is they see it
not through the light of God, and the way I show you ...[...]...





Καταφέρνω να βγάλω αυτήν την τελειότητα από το μυαλό μου για λίγες ώρες ανά εικοσιτετράωρο. Ευτυχώς οι μέρες πλησιάζουν... θέλω να διοχετευτεί παντού.

Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου 2010

R U still in 2 it?

Όταν απέκτησα το πρώτο μου στερεοφωνικό, ένα sony εξαιρετικό που το χρησιμοποίησα για περίπου 15 χρόνια, αγόρασα και το πρώτο μου cd, τη συλλογη heart rock που περιείχε μερικά κλασικά κομμάτια και μπαλάντες του συρμού. Μέχρι το δεύτερο μου έτος είχα πλουτίσει την δισκοθήκη μου με δίσκους των Τρυπών και λοιπών ελληνικών συγκροτημάτων εκείνης της εποχής που ήταν της μοδός. Ήταν στο δεύτερο μου έτος νομίζω που βαρέθηκα τα μονότονα ριφάκια που ξεσήκωναν τα ελληνικά γκρουπ από τους Ντιπ Περπλ και τους μεγαλόσχημους αλλά σχεδόν γελοίους στίχους. Ιδιαίτερα μισούσα τους Ενδελέχεια και την Διαμαντένια Προβλήτα τους. Όταν κατέβηκα κάποια στιγμή Αθήνα, ο φίλος μου ο Νικολάκης, γνωστός μουσικοφάγος των δυτικών προαστίων με μύησε σε ένα νέο μουσικό είδος. Μου έγραψε κάτι cd με γκρουπ που είχαν τεράστια ονόματα και τίτλους τραγουδιών και δεν έγραφαν σχεδόν καθόλου στίχους. Πέρασα όμως και από το Μετρόπολις της Πανεπιστημίου για να προμηθευτώ υλικό για τις κρύες νύχτες των Ιωαννίνων, γιατί εκτός από τσίπουρο και παρέα χρειάζονται και καλή μουσική. Εκείνη την ημέρα αγόρασα το Young Team των Mogwai.
Ω! μα τι δίσκος είναι αυτός! Ο τίτλος; Το εξώφυλλο; Η μουσική;! Οι μουσικοί;!! Μερικές φορές όταν ξανα(ξανα)ακούω αυτό το θεσπέσιο δισκάκι ονειρεύομαι την πρώτη πρώτη φορά που το έβαλα στο στερεοφωνικό μου και από τα ηχεία εισέβαλαν στο σαλόνι του πατρικού μου οι βίαιες, αρπαχτικές μελωδίες των γλασκοβέζων αλητών. Ακόμα τρομάζω, παρότι το περιμένω με αγωνία και προσδοκία, όταν το Like Herod φτάνει στο 3ο περίπου λεπτό του όπου η μουσική έχει καταλαγιάσει στη σιωπή σχεδόν και ξαφνικά (θεέ μου!) σου επιτίθενται οι αφιονισμένες κιθάρες! Και ξανά μετά από 3 λεπτά, χρόνια και χρόνια παίζει αυτό το τραγούδι με τα νεύρα μου. Αλλά να'ταν μόνο αυτό; Μια επίθεση επαναλαμβανόμενη παύει να'ναι τυχαία και εδώ τα πράγματα είναι σοβαρά από το 1ο μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο του Mogwai Fear Satan. Ο δίσκος δεν 'αγγίζει' την τελειότητα, απλά είναι τέλειος. 10 με τόνο ρε παιδί μου, πως το λένε; Είναι σαν να κάθεσαι στην κεντρική πλατεία του Βοτονοσίου με τους γέροντες και γυμνόστηθες φοιτήτριες του ΠΤΝ Ιωαννίνων να σε ποτίζουν τσίπουρο που μόλις βγήκε απ'το καζάνι! Τα είπα όλα; Όχι φυσικά. Μερικοί περιμένουν να διαβάσουν τι έχω να γράψω για το 10ο κομμάτι του δίσκου. Βασικά, έχω δει τους Mogwai τρεις φορές live, μία στην Αθήνα (μέτρια) και δύο στην Αγγλία. Και οι τρεις συναυλίες τελείωσαν με το ίδιο κομμάτι. Το μαντέψατε, ναι; Και μόνο ο τρόπος που ξεκινά η μουσική με αυτή την κιθάρα που σου ψιθυρίζει "σε λίγο θα τα κάνουμε μπουρδέλο όλα" νιώθεις ότι αυτό κομμάτι θα σε λυτρώσει ή θα σε γαμήσει ή και τα δύο μαζί. Μετά μπαίνει και ο ντράμμερ με αυτόν τον απίστευτο ρυθμό και δένουν όλα μαγικά. Σταματάνε, ξεσπάνε, φλάουτα, κιθάρες, ντραμς. μπάσο, κιθάρες, χτυπιέσαι (όχι με τον χαρακτηριστικό τρόπο), ανασαίνεις, ζεσταίνεσαι, ανατριχιάζεις, χτυπιέσαι, γυμνός από τη μέση και πάνω, ίδρωτας, σκόνη, κορμιά χτυπιούνται, δεν θες να σταματήσει με τίποτα, να κρατήσει για πάντα και σύ να χτυπιέσαι, να πέφτεις να σηκώνεσαι, το πλήθος που σαν ένα στροβιλίζεται γύρω απ'τις χορδές της κιθάρας...
Το 2006 πήρα το τρένο της γραμμής και μετά από 5ωρο ταξίδι φτάσαμε, εγώ και τρεις φίλες, στην Γλασκώβη απ'όπου κατάγονται αυτά τα καλόπαιδα. Αράξαμε σε ένα υπέροχα φθηνό hostel και τριγυρίσαμε σαν καλοί τουρίστες στα αξιοθέατα της πόλης. Ήταν μια συνηθισμένη εκδρομή από τις πολλές που κάναμε στην Αγγλία. Αλλά το πρώτο βράδυ τις πήγα σε μια pub που ήξερα από πριν, το όνομα αυτής Nice 'n' Sleazy. Καθήσαμε παραγγείλαμε μπύρες και μόλις ήπια μια δυο γουλιές σηκώθηκα και πήγα στο jukebox που υπήρχε στη γωνία. Έριξα μια λίρα και πάτησα κάτι κουμπάκια. Μια κιθάρα άρχισε να ψυθιρίζει "σε λίγο θα τα κάνουμε μπουρδέλο όλα" και οι περισσότεροι θαμώνες γύρισαν να κοιτάξουν. Την επόμενη μέρα ο Aidan Moffat έπαιζε μουσική στην ίδια pub. Πριν 20 χρόνια οι Mogwai δοκίμαζαν τις μουσικές τους φιλοδοξίες μέσα στους 4,5 τοίχους της. (Δεν δάκρυσα)

Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010

7ος Ποστ Δίσκος


Le Fly Pan Am
Μερικές φορές με εκπλήσσω. Εκεί που ήμουν έτοιμος να τα παρατήσω και να αποσυρθώ από το agiotsipouraki επειδή δεν μπορούσα να αποφασίσω ποιος θα είναι ο δίσκος που θα βρίσκεται στο νο7, έβαλα καταλάθος να παίξει το Le Fly Pan Am. Ε, και; Ε, λοιπόν οι Le Fly Pan Am είναι μεγάλη (προσωπική) ιστορία. Ξεκίνησαν μαζί με όλη την τρελοπαρέα του Μόντρεαλ (ξέρετε ποιους εννοώ) μάλλον ως side project των θρυλικών πια Godpeed you black emperor!. Αλλά απέχουν πολύ από το να θαφτούν στη σκιά των μεγάλων διδασκάλων του ποστ. Μερικές κριτικές τους χαρακτήρισαν απλά ως ελαφρότερη εκδοχή των δημιουργών του Hotel2Tango. Είναι αλήθεια ότι οι Fly Pan Am δεν δημιουργούν αυτές τις τόσο χαρακτηριστικά δαιδαλώδεις συνθέσεις που σε παρασύρουν σαν ανεμοστρόβιλος αισθημάτων όπως οι συντοπίτες τους. Στην πραγματικότητα όχι μόνο δεν το θέλουν αλλά η κουλτούρα τους ως Καναδοί του Κεμπέκ είναι τελείως διαφορετική από των GYBE!. Καταρχάς αντλούν την έμπνευση τους από την γαλλοκαναδική κουλτούρα του τόπου τους γι'αυτό και οι τίτλοι των τραγουδιών τους είναι γαλλικοί. Κατά δεύτερον οφείλουν πολλά στην avant garde σκηνή του Μόντρεαλ. Εκεί που οι πατέρες του ποστ συνεχίζουν και συνεχίζουν το συνθετικό κρεσέντο τους ώσπου να φτάσουν στην αδιανόητη κορύφωση οι Le Fly Pan Am παρεμβάλλουν ένα αδιανόητο διάλειμμα ή απλά σταματάνε τη μουσική!
Το Le Fly Pan Am ξεκινά με ένα 27λεπτο θρίαμβο της επανάληψης όπου ένα σταθερό ριφ της μιας κιθάρας ντύνεται με το μακαρονοειδές ριφ της άλλης. L'espace au sol est redessiné par d'immenses panneaux bleus σημαίνει Ο χώρος του δαπέδου επανασχεδιάζεται με τεράστια μπλε πανό και η σύνθεση προσπαθεί να πει ακριβώς αυτό. Οι τίτλοι των τραγουδιών έχουν γραφτεί έτσι ώστε να αντιπροωπεύουν το τραγούδι αλλά σύμφωνα με τον κιθαρίστα Roger Telier "[this] was lost on most listeners".  Το Et aussi l'éclairage de plastique au centre de tout ces compartiments lateraux (και επίσης ο φωτισμός των πλαστικών στο κέντρο όλων αυτών των διαμερισμάτων) ξεκινά με μια post punk βαρβαρότητα για να καταλήξει σε avant garde σόλο (?!) που θυμίζει πλαστικά φώτα πολυκατοικίας που καίγονται από τους εξαγριωμένους ένοικους. Ε, και μετά από όλα αυτά τελειώνει με έναν classic post rock ρυθμό... Ακολουθεί ένα 17λεπτο ποστροκ κομμάτι που αντί να γίνεται πιο συμπαγές όσο προχωράει αρχίζει να κονιορτοποιήται η κιθάρα, ο ρυθμός από τα πειραματικά ηλεκτρονικά του Alexandre St-Onge. Όσο για το Bibi à Nice, 1921 (Η Μπιμπί στην Νις, 1921) δεν είναι παρά ένα πείραμα του συγκροτήματος (αντάξιο του John Cage) που μέσα στα 9 λεπτά διάρκειας του δεν έχει παρά μόνο 2 λεπτά μουσικής. Για επιδόρπιο υπάρχει το Nice est en feu! (Η Νις πήρε φωτιά!), ένα απλό, λιτό ποστ ροκ διαμάντι με μερικά ταιριαστά γυναικεία φωνητικά.
Ποιο είναι ένα από τα (εκνευριστικά) χαρακτηριστικά του ποστ; Οι πολύ (πολύ) μεγάλοι τίτλοι συγκροτημάτων δίσκων και τραγουδιών. Αλλά κάποτε όταν ξεκινήσαμε να ακούμε ποστ στα τέλη της δεκαετίας του 90 αυτό είχε κάποιο σκοπό. Δεν ήταν τυχαίο το εσώφυλλο του Lift your skinny fists like antennas to heaven! Οι Le Fly Pan Am πραγματικά προσπάθησαν αλλά απέτυχαν. Απέτυχαν να ξεφύγουν από τη σκιά των πατριωτών τους, απέτυχαν να μεταφέρουν στον κόσμο αυτό που ήθελαν. Όταν πρωτοάκουγα τα συγκροτήματα της Constellation είχα κατεβάσει και αυτό τον δίσκο αλλά χρόνια μετά όταν ήθελα να τους δώσω μια δεύτερη ευκαίρια δεν τον βρήκα στον σκληρό μου δίσκο. Τον είχα διαγράψει γιατί με είχαν συνεπάρει άλλοι μουσικοί από τον ίδιο τον Καναδά, τη Σκοτία ακόμα και την Ιαπωνία. Αλλά αυτοί οι γαλλοθρεμμένοι Καναδοί με τα περίεργα ονόματα αξίζουν μια θέση στην καρδιά μας. Ακούστε τους!

Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010

Μι-λα-ρε...


,,,κι έτσι άγγιξα κι εγώ κάτι μελαγχολικές χορδές,
χορδές που δεν παίζουν για να σε ψυχαγωγήσουν,
ούτε για να σου υπενθυμίσουν την υλική τους υπόσταση,
αλλά για να περάσουν μέσα από τις σκληρές άκρες των δαχτύλων σου... καίνε,,,
σας λέω με καίνε? δε με πιστεύετε?
κυλάνε μέσα στην ανάσα μου,
έγινε κι αυτή κόκκινη σαν το αίμα
το μόνο που μένει πραγματικό είναι η σκέψη, όσο και να φαίνεται περίεργο,,
κι όμως, έχω κάνει τόσα ταξίδια μαζί της που είναι τόσο ζωντανή δίπλα μου,,συντροφιά
μη με παρεξηγείς,, δε θέλω να σε υποχρεώσω να ακούσεις τις καμένες μουσικές μου...
απλά παρέα ζητάω,
είμαι μόνος μου,, και μόνο αυτές είναι εδώ και φωνάζουν...
φωνάζουν τόσο δυνατά,,,
είμαι μόνος,,

Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2010

Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2010

8 + 8 Post Rock Albums

Το Σάββατο 6 Νοεμβρίου τρεις από τους συντάκτες του Αγίου βρέθηκαν στον Ταύρο για να παρακολουθήσουν μια συναυλία που περίμεναν χρόνια τώρα (είναι η χρονιά μας απ'ότι φαίνεται). Είναι το 2010, τελευταία χρονιά της δεκαετίας που σημαδεύτηκε από την άνοδο και την πτώση του ποστ ροκ (το ναδίρ ήταν να γραφτεί σε κριτικής συναυλίας ότι "λικνίζονται με τον παραδοσιακό ποστ ροκ τρόπο"!), και οι συντάκτες του Αγιότατου (και όχι μόνο) έχουν απολαύσει δύο από τα συγκοτήματα που κοσμούν το τοπ 10 της πακόσμιας ποστ σκηνής  και κατέχουν το εισιτήριο για τον παράδεισο του Ποστροκά! Αυτό το 'εγωιστικό' αφιέρωμα στους αγαπημένους μου δίσκους του 'είδους' δεν θα μπορούσε να γραφτεί σε καλύτερη περίοδο. Όταν γύρισα στη αγαπημένη μου Αθήνα πέρυσι το καλοκαίρι ήμουν πεπεισμένος ότι το ποστ ροκ είχε πεθάνει και αποτεφρωθεί και οι στάχτες του είχαν σκορπιστεί σε κάποια γεμάτη καπνό παμπ της Γλασκώβης όπου οι τριαντάρηδες, κοιλαράδες Mogwai πίνουν pints. Όμως ξανασμίγοντας με λατρεμένους φίλους και δημιουργώντας το Άγιο Τσιπουράκι κατάλαβα ότι η μουσική των Godspeed, των Do Make, των Mice Parade, των  Tortoise και τόσων άλλων δεν μπορεί να πεθάνει όπως δεν μπορεί να ξεχαστεί η μουσική των Pink Floyd, των Sabbath, του Charles Mingus, του Μάνου Χατζιδάκι και όλων αυτών που δημιουργούν μουσική για τη μουσική και όχι για τα λεφτά, τα συμβόλαια, τα γεμάτα γήπεδα και την υστεροφημία. Φίλοι Τσιπουροπότες, ευχαριστώ.


τζαζ ή ποστ ροκ (έχει σημασία);
 Το να ντύσεις μια βωβή ταινία με μουσική δεν είναι δύσκολο. Παίρνεις μια ορχήστρα κλασικής μουσικής βάζεις την ταινία να παίζει και η ορχήστρα παίζει ότι νομίζει ότι ταιριάζει με τον ρυθμό. Το δύσκολο (και τρελό!) είναι να δημιουργήσεις μουσική στο Λονδίνο του τέλους του 20ου αιώνα για μια πρωτοποριακή βωβή ταινία-ντοκιμαντέρ ενός σοβιετικού κινηματογραφιστή που έζησε στο πρώτο τέταρτο του αιώνα. Ακούγοντας το The Man with the Movie Camera ένιωσα ότι ανακαλύπτω ένα νέο είδος μουσικής ότι είμαι ο μοναδικός τυχερός που κέρδισε αυτό το ανεπανάληπτο έπαθλο. Αλλά ήταν ένας ακόμα δίσκος. Όταν όμως 'κατέβασα' το ντοκιμαντέρ του Dziga Vertov επενδεδυμένο με τη μουσική των Cinematic Orchestra κατάλαβα οι τύποι δεν αστειεύονται. Το πόσο αριστουργηματικά 'κουμπώνει' η μουσική σε κάθε σκηνή του έργου του Vertov δεν έχω τις απαιτούμενες γνώσεις για να το περιγράψω. Αλλά το αποτέλεσμα μόνο με το Alexander Nevsky του Sergei Eisenstein με μουσική του Sergei Prokopiev μπορώ να το συγκρίνω!
Οι Cinematic Orchestra όμως δεν επαναπαύονται στην μουσική ιδέα και εκτέλεση του αιώνα ή μάλλον υπήρχαν και πριν το συγκεκριμένο soundtrack. Το βράδυ εκείνο στην Πειραιώς βάλθηκαν να μας αποδείξουν πόσο μαλάκες είμαστε. Και τα κατάφεραν. Free jazz αυτοσχεδιασμοί, ποστ ροκ ενορχηστρώσεις, soul φωνητικά, hip hop ρυθμοί και ηλεκτρονική αναίδεια συνθέτουν ένα νέο μουσικό είδος. Δεν υπάρχει ποστ ροκ ρε φίλε! Δεν θα λικνιστούμε με τον γαμημένο ποστ ροκ τρόπο. Ο Dziga Vertov θα ήταν περήφανος και έκπληκτος με τη μουσική για το ντοκιμαντέρ του, ο Miles Davis θα δάνειζε άνετα την ιδιοφϋή τρομπέτα του, ο Dr Octagon θα ράπαρε χωρίς έλεος και ο Νίκος Παπάζογλου θα καλούσε τη σούπερ μπάντα Pink Floyd+Cinematic Orchesta για μια συναυλία στο ηφαίστειο της Νισύρου... Το πήγα μακριά; Δεν φταίω εγώ. Φταίνε αυτοί οι καλλιτέχνες που μπορούν να γράψουν τραγούδια σαν των Coldplay και να τα κονομήσουν χοντρά παίζοντας σε στάδια της αμερικής αλλά αντ'αυτού έχουν βάλει στο πειραγμένο μυαλό τους ότι μπορούν να αλλάξουν την μουσική ή ίσως τον τρόπο με τον οποίο ακούμε την μουσική ξεπερνώντας τα ίδια τα όρια της μουσικής και τα δεσμά των πολυεθνικών δισκογραφικών και των media. Και το έχουν εν μέρει επιτύχει. Το προηγούμενο Σάββατο το Fuzz ήταν γεμάτο παρά το τσουχτερό εισιτήριο και μόλις ακούστηκαν οι πρώτες νότες του MWMC ένα ρίγος διαπέρασε το πλήθος.  Ήταν ένα όνειρο πολλών χρόνων που έγινε πραγματικότητα αλλά η μπάντα δεν απομυθοποιήθηκε στα μυαλά αυτών που βρίσκονταν εκεί όπως γίνεται συνήθως -το αντίθετο συνέβη. 



το Άγιο Τσιπουράκι ήταν εκεί

** Φωτογραφίες από τον συνήθη ύποπτο tissaris θα ακολουθήσουν ελπίζω σε ξεχωριστή ανάρτηση. Όσο για το αουτσάιντερ απλά δεν μου έκατσε αυτή τη φορά. Ίσως να φταίτει το jet lag από τη συναυλία.**

*** The Man with the Movie Camera (a film by Dziga Vertov) + Music by The Cinematic Ochestra Parts 1, 2, 3, 4, 5, 6a, 6b, 7, 8. ***

Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2010

9 + 9 Post Rock Albums

Ξέχασα φυσικά να πω (και μου το θύμισε ο μέγας τσιπουροπότης jbuddha) ότι το αφιέρωμα οφείλει την ύπαρξη του στις επικείμενες συναυλίες των Godspeed στην Αθήνα στις 17 και 18 Δεκέμβρη ή μάλλον για να το θέσω καλύτερα, στην επανασύνδεση τους που μας έκανε να κλαίμε σαν μωρά παιδιά εδώ στο τσιπουροποτείο που μαζευόμαστε. Τα εισιτήρια τα έχουμε προμηθευτεί και σιγοβράζουμε στο ζουμί μας μέχρι να έρθει εκείνη η στιγμή που θα χορέψουμε με τον παραδοσιακό ποστ ροκ τρόπο...



 οι πρώτοι που τόλμησαν
 Την πρώτη φορά που χρησιμοποιήθηκε ο όρος ποστ ροκ ήταν από έναν μουσικοκριτικό για τους Laika στα μέσα της δεκαετίας του '90. Την εποχή εκείνη δημιουργούνταν ή ξεκινούσαν την πορεία τους τα συγκροτήματα που έμελλε να δώσουν μορφή και περιέχομενο στον όρο, παρότι τα περισσότερα αρνήθηκαν σθεναρά την ταμπέλα. Αλλά τι πραγματικά πρέσβευε και πρεσβεύει το ποστ ροκ που συμπεριελάμβανε τόσο αντίθετα μεταξύ τους συγκροτήματα όπως τους γερμανούς To Rococo Rot και τους καναδούς Fly Pan Am ή τους έλληνες (μεταλάδες) 2 by Bukowski και τους ισλανδούς Sigur Rós. Οι αμερικάνοι (από το Κεντάκι) Slint δεν είχαν τέτοιες ανησυχίες. Το 1991 κυκλοφόρησαν (στην Touch & Go) τον δεύτερο δίκο τους Spiderland που σηματοδοτεί την έναρξη μιας εποχής όπου ποστ ροκ θα είναι όποιος αμφισβητεί τις προυπάρχουσες μουσικές φόρμες και την πολυδιαφημιζόμενη 'εναλλακτική' (alternative) παγκόσμια σκηνή. Στο Spiderland κουπλέ και ρεφραίν εξαφανίζονται και ο ρυθμός παύει να είναι αυτοσκοπός. Η πορεία της μουσικής μέσα σε ένα κομμάτι δεν είναι πια γραμμική γι'αυτό και η διάρκεια αυξάνεται. Τα συναισθήμτα που ξύπναγαν από τον στίχο και το τρέμουλο στην φωνή του τραγουδιστή δίνουν τη θέση τους σε κιθαριστικά ξεσπάσματα και απότομες διακοπές στο ρυθμό που ανταγωνίζονται την 'ποίηση' των Radiohead και την οργισμένη απόγνωση του Kurt Cobain. Παρόλα αυτά, λίγοι μουσικόφιλοι ανά τον κόσμο θα συμφωνούσαν μαζί μου στις αρχές της δεκαετίας του 90 καθώς το ποστ ουδέποτε απόλαυσε την λάμψη της τότε ροκ σκηνής, και πολύ περισσότερο σήμερα, που το ποστ ροκ μπαίνει στην τρίτη δεκαετία της ύπαρξης του εκφυλιζόμενο σε ένα ακόμα μουσικό είδος με δική του συγκεκριμένη μουσική φόρμα - δεκάλεπτοι κιθαριστικοί μονόλογοι με κάποιο ίσως εναλλακτικό όργανο για εφέ, ακολουθούμενοι απο ξεσπάσματα και νηνεμίες. Το 2005, δεκαπέντε σχεδόν χρόνια μετά το Spiderland αλλά και τη διάλυση τους, οι Slint επανενώθηκαν για να 'επιβλέψουν/διοργανώσουν' (curate - αδύνατο να το μεταφράσω ακριβώς) το All Tomorrow's Parties Festival, το πρώτο (και τελευταίο) ποστ φεστιβάλ που πρωτοοργανώθηκε από τους Mogwai, γεγονός που αναγνώρισε το γκρουπ ως το πρώτο που τόλμησε.



το συγκλονιστικό αουτσάιντερ
Παιδεύομαι πάρα πολύ με αυτή την 'λίστα' διότι οι κορυφαίοι μου δίσκοι είναι πάνω από είκοσι και πρέπει να τους χωρίσω σε τοπ 10 και 10 'που δεν είναι στους τοπ αλλά θα έπρεπε'. Έτσι από το δεύτερο κιόλας ζευγάρι δίσκων ξεκινάνε οι εκπλήξεις. Τους ξέρετε μήπως τους The For Carnation; Τον Brian McMahan; Ίσως να τον γνωρίζεται από τους Slint. Τέλος πάντων, οι For Carnation δεν είναι η συνέχεια των Slint γι'αυτό και κερδίζουν τη θέση τους επάξια στους κορυφαίους δημιουργούς του  ποστ. Η βραδυφλεγής βόμβα που ακούει στο όνομα The For Carnation (για το δίσκο μιλάω τώρα) 'έσκασε' το 1999 στην Αμερική αλλά στα χέρια μου έπεσε πολύ αργότερα. Δεν είναι και τίποτα τρομερό, μη φανταστείτε! Μέχρι και φωνητικά έχει σε κανά δυο κομμάτια, κάτι το οποίο μάλλον απεχθάνομαι στο ποστ. Σχεδόν δολοφονικά βαρετός και αργόσυρτος δίσκος, ακούγεται μόνο όταν είσαι μόνος σου και πάλι το σκέφτεσαι. Κιθάρες που δεν ακούγονται σχεδόν, ο ντράμμερ βαριέται αφόρητα... Μήπως να σταματήσω εδώ; Αλλά για μια στιγμή! Μισό λεπτό να ξαναβάλω τον δίσκο πάλι. Ξανά και ξανά. Τι ρυθμός είναι αυτός στο A Tribute To, τι ακριβώς μου ψιθυρίζουν οι κιθάρες και η φωνή του McMahan; Πως έσβησαν όλοι οι ήχοι της πόλης και έμεινε μόνο η εκνευριστική μπότα, ο ψίθυρος του τραγουδιστή, η σπάνια μελωδία της κιθάρας; Θα πρέπει να φταίνε αυτά τα τελευταία 9 λεπτά και 30 δευτερόλεπτα.

Pt.1 Η πρώτη ανάσα μετά από κώμα.

Pt.1 Η πρώτη ανάσα μετά από κώμα.

Θυμάμαι να ακούω το χτύπημα των φτερών του Albatross. Αγέρωχο πέταξε τόσο μακριά που δε φαίνεται πλέον στον ορίζοντα! Πόσος χρόνος έχει περάσει; Λεπτά; Χρόνια;

Μμμμμ τι είναι αυτό; Ο σφυγμός μου; Τον ακούω;

Α Α Α Α

Α Α Α Α

Α Α Α Α

Α Α Α Α


Η αίσθηση της ακοής μου επανήλθε. Είμαι σίγουρος ότι αυτή η νότα είναι La (Α). Την έχω ακούσει τόσες φορές, που η συχνότητά της έχει χαραχτεί στον εγκέφαλό μου. Τέσσερις φορές καταφέρνει και επιβάλλεται μόνη της, θερμαίνοντας με τα χνώτα της την παγωμένη ατμόσφαιρα του δωματίου. Παίρνω την πρώτη μου ανάσα. Ξυπνάω και συνειδητοποιώ πως δεν υπάρχει ποδήλατο ή τούρτα για να βουτήξω το δάχτυλό μου, υπάρχει η διαίρεση με το μηδέν.

Η Γη δεν είναι ένα ψυχρό νεκρό μέρος - Intro.

Intro.

Βουτάω το δάχτυλο στην τούρτα ενώ περιμένω να σβήσω τα κεράκια μου. Πέφτω από το ποδήλατο, χτυπάω και με υποδέχεται η ζεστή αγκαλιά και το καθησυχαστικό βλέμμα της μάνας μου. Προσπαθώ να φτάσω τα πλατιά φύλλα της κληματαριάς καθώς ο ήλιος προβάλλει λαμπερός ανάμεσά τους και με τυφλώνει. Η δασκάλα μου τραβάει τη φαβορίτα επειδή έγραψα τη λέξη πλυντήριο «πληντύριο». Βλέπω τον παππού μου να ξεχειλίζει από χαρά όταν με ακούει να παίζω μουσική. Θέλω να πιω το γάργαρο παγωμένο νερό του Βοϊδομάτη. Κάνω κοπάνα από το σχολείο και καπνίζω το πρώτο μου τσιγάρο. Αγωνία και άγχος στα 18 μου, ή τουλάχιστον έτσι νομίζω. Η εργασία στα εργαστήρια φυσικής περνάει σε δεύτερη μοίρα, γιατί σε πρώτη μοίρα έρχεται το The Wall, ένα τραγούδι του Παυλίδη και η ανυποχώρητη βαρεμάρα μου.

Στο ίδιο γνώριμο δωμάτιο, κάθομαι στο πάτωμα σε μια μαξιλάρα εδώ δίπλα στο καλοριφέρ και τη μίνι βιβλιοθήκη. Τα παντζούρια είναι κλειστά. Πάνω στη βιβλιοθήκη, που έχει θέση αποθηκευτικού χώρου, είναι ακουμπισμένη η τηλεόραση με τις κεραίες της κολλημένες με κολλητική ταινία. Δε γίνεται να μην τη σχολιάσω, αποτελεί για μένα την ψυχή του δωματίου. Το δωμάτιο τη χρειάζεται περισσότερο από την αφίσα του Bob Dylan από το tour του ‘91, τα αποξηραμένα τριαντάφυλλα, το καπέλο που είναι κρεμασμένο στον τοίχο, τη ζωγραφιά της ακουστικής κιθάρας και του ήλιου με τα σύννεφα και τα κύματα. Το πολυτιμότερο αντικείμενο εδώ μέσα είναι η μικρή Formenti με τις σπασμένες κεραίες της, εκεί δίπλα από τα φωτορυθμικά. «Μην πειράζεις τον διακόπτη! Τον έχω ρυθμίσει κατάλληλα ώστε να ακολουθούν τη μουσική όπως πρέπει!» είπε ο JBuddha.

Όχι, η Γη δεν είναι ένα ψυχρό νεκρό μέρος. Είναι ένας ζωντανός πλανήτης στον οποίο η ζωή αναπτύσσεται σε όλες τις εκφάνσεις της. Έχει χρώματα, γεύσεις, ένταση και μελωδίες μοναδικές. Όσοι δε ζείτε στη Γη, δεν ξέρετε τι χάνετε!

Το άγιο τσιπουράκι πάει σινεμά...


ATTENBERG (Αθηνά-Ραχήλ Τσαγκάρη)



ΠΟΥ? Κινηματογράφος Νιρβάνα, Λεωφ Αλεξάνδρας 192

ΠΟΤΕ? Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου, 20:15



Κάποιος θα λεγε ότι 2 ποτήρια porto sandeman και μισό πακέτο νικοτίνη δεν είναι τα καλύτερα συνοδευτικά για κινηματογράφο και ειδικά αν πρόκειται για το νέο κύμα του ελληνικού σινεμά. Όταν όμως πρόκειται για το attenberg για το οποίο έχει ειπωθεί ότι είναι ένα sequel του Κυνόδοντα τότε μάλλον δε φτάνουν. Και αυτό γιατί ο κυνόδοντας είναι μια τόσο βαριά ταινία για το στομάχι σου που δεν τη βλέπεις δεύτερη φορά πόσο μάλλον να παρακολουθήσεις τη κινηματογραφική της συνέχεια. Διαβάζοντας λοιπόν το συνοδευτικό φυλλάδιο με τις πληροφορίες της ταινίας ανακαλύπτω ότι ο Λάνθιμος συμμετέχει με ένα δεύτερο ρόλο επαληθεύοντας τις υποψίες μου ότι ανήκουν στην ίδια δημιουργική ομάδα με την Αθηνά Τσαγκάρη και ότι μοιράζονται πιθανόν και τις ίδιες αισθητικές ανησυχίες. Παρατηρώ επίσης ότι η ταινία επενδύεται με τη μουσική των Suicide που αυτό σημαίνει ότι σίγουρα είναι μια πιο light εκδοχή της αντίστοιχης του Λάνθιμου. Η περιέργειά μου λοιπόν κορυφώνεται, περιφρονώ τα μπαγιάτικα νάτσος του bar πού άλλωστε δε ταιριάζουν με το πορτογαλικό κρασί και στρογγυλοκάθομαι στη πολυθρόνα.

Η προβολή ξεκινάει με τη μικρού μήκους ταινία casus beli του Γιώργου Ζώη που είναι μάλλον ένα πανόραμα του νεοέλληνα μέσα από έναν γνώριμο θεσμό για την ελληνική κοινωνία, την ουρά (σε δημόσιες υπηρεσίες, σούπερ μάρκετ, σκυλάδικα κ.α). Φρέσκια οπτική και κοινωνικό σχόλιο συνθέτουν ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα.



Στο κυρίως μέρος τώρα, το κινηματογραφικό σύμπαν του attenberg έχει ως γεωγραφικό φόντο το βιομηχανικό περιβάλλον του παραθαλάσσιου χωριού Άσπρα σπίτια Βοιωτίας βουτηγμένο σε ένα χειμωνιάτικο μελαγχολικό σκηνικό στο οποίο το υγρό στοιχείο και οι καμινάδες του εργοστασίου μπλέκονται αρμονικά. Δε θα μιλήσω για μεταρεαλιστικό σινεμά υποκειμενικού ιδεαλισμού αυτό όμως που θα πω είναι ότι πράγματι η θεματολογία, οι ρόλοι και η γενικότερη αισθητική προσέγγιση θυμίζει έντονα τον κυνόδοντα και αυτό είναι κάτι παραπάνω από ενοχλητικό μιας και το φιλμ αποτυγχάνει να αποκτήσει τη δικιά του ταυτότητα.



Η Μαρίνα (Ariane Labed) λοιπόν μεγαλώνει με τον ετοιμοθάνατο πατέρα της (Βαγγέλης Μουρίκης) ο οποίος προετοιμάζει την έξοδό από τη ζωή με έναν ιδιαίτερο τρόπο, αυτή στα 23 της προσπαθεί να γνωρίσει τη σεξουαλικότητα με τη βοήθεια της φίλης της, Μπέλλα(Ευαγγελία Ράντου). Η Μαρίνα γνωρίζει και έναν ξένο (Γιώργος Λάνθιμος) και μαζί του θα προσπαθήσει να κάνει τα πρώτα της βήματα στις ετεροσεξουαλίκές σχεσεις. Τα ντοκιμαντέρ σχετικά με την ζωή των θηλαστικών του Sir David Attenborough και η μουσική των Suicide δεσπόζουν στη ταινία.



Το δυνατό σημείο του Attenberg είναι ασφαλώς οι ερμηνείες της Labed και του Μουρίκη, ειδικά οι μονόλογοι του τελευταίου σχετικά με τον απολογισμό της δικιάς του ζωής αλλά και της πορείας της γενιάς του είναι πράγματι απολαυστικοί Η Labed επιτυγχάνει πλήρως στην υποκριτική απόδοση της Μαρίνας γεγονός που θα της αποφέρει το βραβείο γυναικείας ερμηνείας στη Μπιενάλε της Βενετίας.



Στο σενάριο όμως και στη σκηνοθεσία ρίχνει βαριά τη σκιά του ο Κυνόδοντας αφού οι ομοιότητες στη φυσιογνωμία αλλά ακόμα και στη σχέση μεταξύ των 2 κοριτσιών είναι απροκάλυπτες



Εν κατακλείδι, δε θα έλεγα ότι κάποιος θα χάσει το απόγευμα του ή τα λεφτά του αν επιλέξει να παρακολουθήσει τη ταινία, όμως και μόνο η συνολική αναφορά της λέξης "Κυνόδοντας" 6 φορές στο κείμενο είναι από μόνη της μια κριτική. Σε ποιον θα λείψει το Attenberg αν προηγουμένως έχει παρακολουθήσει τον Κυνόδοντα??

Βαθμολογία: Τσίπουρο εμφιαλωμένο από το σούπερ μάρκετ!

Σήμερα γιορτάζει το Άγιο Τσιπουράκι...!

ακούγοντας 'όπερα' (GYBE!) και πίνοντας τσίπουρο βοτονοσίου

Static

...[...]... I passed through that corridor
where they sat, where they are
and when you penetrate to the most high God
you will believe you are mad
you will believe you've gone insane
but I tell you if you follow the secret window
and you die to the ego nature
you will penetrate this darkness
oh yes there's many a man or woman
that's been put in the insane asylum
when this has happened to them
and they're sitting there today, people think they're insane
but they saw something that's real
and they see it when they're on drugs
the only thing is they see it
not through the light of God, and the way I show you ...[...]...





Καταφέρνω να βγάλω αυτήν την τελειότητα από το μυαλό μου για λίγες ώρες ανά εικοσιτετράωρο. Ευτυχώς οι μέρες πλησιάζουν... θέλω να διοχετευτεί παντού.

R U still in 2 it?

Όταν απέκτησα το πρώτο μου στερεοφωνικό, ένα sony εξαιρετικό που το χρησιμοποίησα για περίπου 15 χρόνια, αγόρασα και το πρώτο μου cd, τη συλλογη heart rock που περιείχε μερικά κλασικά κομμάτια και μπαλάντες του συρμού. Μέχρι το δεύτερο μου έτος είχα πλουτίσει την δισκοθήκη μου με δίσκους των Τρυπών και λοιπών ελληνικών συγκροτημάτων εκείνης της εποχής που ήταν της μοδός. Ήταν στο δεύτερο μου έτος νομίζω που βαρέθηκα τα μονότονα ριφάκια που ξεσήκωναν τα ελληνικά γκρουπ από τους Ντιπ Περπλ και τους μεγαλόσχημους αλλά σχεδόν γελοίους στίχους. Ιδιαίτερα μισούσα τους Ενδελέχεια και την Διαμαντένια Προβλήτα τους. Όταν κατέβηκα κάποια στιγμή Αθήνα, ο φίλος μου ο Νικολάκης, γνωστός μουσικοφάγος των δυτικών προαστίων με μύησε σε ένα νέο μουσικό είδος. Μου έγραψε κάτι cd με γκρουπ που είχαν τεράστια ονόματα και τίτλους τραγουδιών και δεν έγραφαν σχεδόν καθόλου στίχους. Πέρασα όμως και από το Μετρόπολις της Πανεπιστημίου για να προμηθευτώ υλικό για τις κρύες νύχτες των Ιωαννίνων, γιατί εκτός από τσίπουρο και παρέα χρειάζονται και καλή μουσική. Εκείνη την ημέρα αγόρασα το Young Team των Mogwai.
Ω! μα τι δίσκος είναι αυτός! Ο τίτλος; Το εξώφυλλο; Η μουσική;! Οι μουσικοί;!! Μερικές φορές όταν ξανα(ξανα)ακούω αυτό το θεσπέσιο δισκάκι ονειρεύομαι την πρώτη πρώτη φορά που το έβαλα στο στερεοφωνικό μου και από τα ηχεία εισέβαλαν στο σαλόνι του πατρικού μου οι βίαιες, αρπαχτικές μελωδίες των γλασκοβέζων αλητών. Ακόμα τρομάζω, παρότι το περιμένω με αγωνία και προσδοκία, όταν το Like Herod φτάνει στο 3ο περίπου λεπτό του όπου η μουσική έχει καταλαγιάσει στη σιωπή σχεδόν και ξαφνικά (θεέ μου!) σου επιτίθενται οι αφιονισμένες κιθάρες! Και ξανά μετά από 3 λεπτά, χρόνια και χρόνια παίζει αυτό το τραγούδι με τα νεύρα μου. Αλλά να'ταν μόνο αυτό; Μια επίθεση επαναλαμβανόμενη παύει να'ναι τυχαία και εδώ τα πράγματα είναι σοβαρά από το 1ο μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο του Mogwai Fear Satan. Ο δίσκος δεν 'αγγίζει' την τελειότητα, απλά είναι τέλειος. 10 με τόνο ρε παιδί μου, πως το λένε; Είναι σαν να κάθεσαι στην κεντρική πλατεία του Βοτονοσίου με τους γέροντες και γυμνόστηθες φοιτήτριες του ΠΤΝ Ιωαννίνων να σε ποτίζουν τσίπουρο που μόλις βγήκε απ'το καζάνι! Τα είπα όλα; Όχι φυσικά. Μερικοί περιμένουν να διαβάσουν τι έχω να γράψω για το 10ο κομμάτι του δίσκου. Βασικά, έχω δει τους Mogwai τρεις φορές live, μία στην Αθήνα (μέτρια) και δύο στην Αγγλία. Και οι τρεις συναυλίες τελείωσαν με το ίδιο κομμάτι. Το μαντέψατε, ναι; Και μόνο ο τρόπος που ξεκινά η μουσική με αυτή την κιθάρα που σου ψιθυρίζει "σε λίγο θα τα κάνουμε μπουρδέλο όλα" νιώθεις ότι αυτό κομμάτι θα σε λυτρώσει ή θα σε γαμήσει ή και τα δύο μαζί. Μετά μπαίνει και ο ντράμμερ με αυτόν τον απίστευτο ρυθμό και δένουν όλα μαγικά. Σταματάνε, ξεσπάνε, φλάουτα, κιθάρες, ντραμς. μπάσο, κιθάρες, χτυπιέσαι (όχι με τον χαρακτηριστικό τρόπο), ανασαίνεις, ζεσταίνεσαι, ανατριχιάζεις, χτυπιέσαι, γυμνός από τη μέση και πάνω, ίδρωτας, σκόνη, κορμιά χτυπιούνται, δεν θες να σταματήσει με τίποτα, να κρατήσει για πάντα και σύ να χτυπιέσαι, να πέφτεις να σηκώνεσαι, το πλήθος που σαν ένα στροβιλίζεται γύρω απ'τις χορδές της κιθάρας...
Το 2006 πήρα το τρένο της γραμμής και μετά από 5ωρο ταξίδι φτάσαμε, εγώ και τρεις φίλες, στην Γλασκώβη απ'όπου κατάγονται αυτά τα καλόπαιδα. Αράξαμε σε ένα υπέροχα φθηνό hostel και τριγυρίσαμε σαν καλοί τουρίστες στα αξιοθέατα της πόλης. Ήταν μια συνηθισμένη εκδρομή από τις πολλές που κάναμε στην Αγγλία. Αλλά το πρώτο βράδυ τις πήγα σε μια pub που ήξερα από πριν, το όνομα αυτής Nice 'n' Sleazy. Καθήσαμε παραγγείλαμε μπύρες και μόλις ήπια μια δυο γουλιές σηκώθηκα και πήγα στο jukebox που υπήρχε στη γωνία. Έριξα μια λίρα και πάτησα κάτι κουμπάκια. Μια κιθάρα άρχισε να ψυθιρίζει "σε λίγο θα τα κάνουμε μπουρδέλο όλα" και οι περισσότεροι θαμώνες γύρισαν να κοιτάξουν. Την επόμενη μέρα ο Aidan Moffat έπαιζε μουσική στην ίδια pub. Πριν 20 χρόνια οι Mogwai δοκίμαζαν τις μουσικές τους φιλοδοξίες μέσα στους 4,5 τοίχους της. (Δεν δάκρυσα)

7ος Ποστ Δίσκος


Le Fly Pan Am
Μερικές φορές με εκπλήσσω. Εκεί που ήμουν έτοιμος να τα παρατήσω και να αποσυρθώ από το agiotsipouraki επειδή δεν μπορούσα να αποφασίσω ποιος θα είναι ο δίσκος που θα βρίσκεται στο νο7, έβαλα καταλάθος να παίξει το Le Fly Pan Am. Ε, και; Ε, λοιπόν οι Le Fly Pan Am είναι μεγάλη (προσωπική) ιστορία. Ξεκίνησαν μαζί με όλη την τρελοπαρέα του Μόντρεαλ (ξέρετε ποιους εννοώ) μάλλον ως side project των θρυλικών πια Godpeed you black emperor!. Αλλά απέχουν πολύ από το να θαφτούν στη σκιά των μεγάλων διδασκάλων του ποστ. Μερικές κριτικές τους χαρακτήρισαν απλά ως ελαφρότερη εκδοχή των δημιουργών του Hotel2Tango. Είναι αλήθεια ότι οι Fly Pan Am δεν δημιουργούν αυτές τις τόσο χαρακτηριστικά δαιδαλώδεις συνθέσεις που σε παρασύρουν σαν ανεμοστρόβιλος αισθημάτων όπως οι συντοπίτες τους. Στην πραγματικότητα όχι μόνο δεν το θέλουν αλλά η κουλτούρα τους ως Καναδοί του Κεμπέκ είναι τελείως διαφορετική από των GYBE!. Καταρχάς αντλούν την έμπνευση τους από την γαλλοκαναδική κουλτούρα του τόπου τους γι'αυτό και οι τίτλοι των τραγουδιών τους είναι γαλλικοί. Κατά δεύτερον οφείλουν πολλά στην avant garde σκηνή του Μόντρεαλ. Εκεί που οι πατέρες του ποστ συνεχίζουν και συνεχίζουν το συνθετικό κρεσέντο τους ώσπου να φτάσουν στην αδιανόητη κορύφωση οι Le Fly Pan Am παρεμβάλλουν ένα αδιανόητο διάλειμμα ή απλά σταματάνε τη μουσική!
Το Le Fly Pan Am ξεκινά με ένα 27λεπτο θρίαμβο της επανάληψης όπου ένα σταθερό ριφ της μιας κιθάρας ντύνεται με το μακαρονοειδές ριφ της άλλης. L'espace au sol est redessiné par d'immenses panneaux bleus σημαίνει Ο χώρος του δαπέδου επανασχεδιάζεται με τεράστια μπλε πανό και η σύνθεση προσπαθεί να πει ακριβώς αυτό. Οι τίτλοι των τραγουδιών έχουν γραφτεί έτσι ώστε να αντιπροωπεύουν το τραγούδι αλλά σύμφωνα με τον κιθαρίστα Roger Telier "[this] was lost on most listeners".  Το Et aussi l'éclairage de plastique au centre de tout ces compartiments lateraux (και επίσης ο φωτισμός των πλαστικών στο κέντρο όλων αυτών των διαμερισμάτων) ξεκινά με μια post punk βαρβαρότητα για να καταλήξει σε avant garde σόλο (?!) που θυμίζει πλαστικά φώτα πολυκατοικίας που καίγονται από τους εξαγριωμένους ένοικους. Ε, και μετά από όλα αυτά τελειώνει με έναν classic post rock ρυθμό... Ακολουθεί ένα 17λεπτο ποστροκ κομμάτι που αντί να γίνεται πιο συμπαγές όσο προχωράει αρχίζει να κονιορτοποιήται η κιθάρα, ο ρυθμός από τα πειραματικά ηλεκτρονικά του Alexandre St-Onge. Όσο για το Bibi à Nice, 1921 (Η Μπιμπί στην Νις, 1921) δεν είναι παρά ένα πείραμα του συγκροτήματος (αντάξιο του John Cage) που μέσα στα 9 λεπτά διάρκειας του δεν έχει παρά μόνο 2 λεπτά μουσικής. Για επιδόρπιο υπάρχει το Nice est en feu! (Η Νις πήρε φωτιά!), ένα απλό, λιτό ποστ ροκ διαμάντι με μερικά ταιριαστά γυναικεία φωνητικά.
Ποιο είναι ένα από τα (εκνευριστικά) χαρακτηριστικά του ποστ; Οι πολύ (πολύ) μεγάλοι τίτλοι συγκροτημάτων δίσκων και τραγουδιών. Αλλά κάποτε όταν ξεκινήσαμε να ακούμε ποστ στα τέλη της δεκαετίας του 90 αυτό είχε κάποιο σκοπό. Δεν ήταν τυχαίο το εσώφυλλο του Lift your skinny fists like antennas to heaven! Οι Le Fly Pan Am πραγματικά προσπάθησαν αλλά απέτυχαν. Απέτυχαν να ξεφύγουν από τη σκιά των πατριωτών τους, απέτυχαν να μεταφέρουν στον κόσμο αυτό που ήθελαν. Όταν πρωτοάκουγα τα συγκροτήματα της Constellation είχα κατεβάσει και αυτό τον δίσκο αλλά χρόνια μετά όταν ήθελα να τους δώσω μια δεύτερη ευκαίρια δεν τον βρήκα στον σκληρό μου δίσκο. Τον είχα διαγράψει γιατί με είχαν συνεπάρει άλλοι μουσικοί από τον ίδιο τον Καναδά, τη Σκοτία ακόμα και την Ιαπωνία. Αλλά αυτοί οι γαλλοθρεμμένοι Καναδοί με τα περίεργα ονόματα αξίζουν μια θέση στην καρδιά μας. Ακούστε τους!

Μι-λα-ρε...


,,,κι έτσι άγγιξα κι εγώ κάτι μελαγχολικές χορδές,
χορδές που δεν παίζουν για να σε ψυχαγωγήσουν,
ούτε για να σου υπενθυμίσουν την υλική τους υπόσταση,
αλλά για να περάσουν μέσα από τις σκληρές άκρες των δαχτύλων σου... καίνε,,,
σας λέω με καίνε? δε με πιστεύετε?
κυλάνε μέσα στην ανάσα μου,
έγινε κι αυτή κόκκινη σαν το αίμα
το μόνο που μένει πραγματικό είναι η σκέψη, όσο και να φαίνεται περίεργο,,
κι όμως, έχω κάνει τόσα ταξίδια μαζί της που είναι τόσο ζωντανή δίπλα μου,,συντροφιά
μη με παρεξηγείς,, δε θέλω να σε υποχρεώσω να ακούσεις τις καμένες μουσικές μου...
απλά παρέα ζητάω,
είμαι μόνος μου,, και μόνο αυτές είναι εδώ και φωνάζουν...
φωνάζουν τόσο δυνατά,,,
είμαι μόνος,,

Judas! Judas!

Χωρίς Λόγια.
Βlueneck 13/11/2010 Γαία, Θεσσαλονίκη.




Κατεβάστε το από εδώ
Αναπαραγωγή με VLC ή KmPlayer

8 + 8 Post Rock Albums

Το Σάββατο 6 Νοεμβρίου τρεις από τους συντάκτες του Αγίου βρέθηκαν στον Ταύρο για να παρακολουθήσουν μια συναυλία που περίμεναν χρόνια τώρα (είναι η χρονιά μας απ'ότι φαίνεται). Είναι το 2010, τελευταία χρονιά της δεκαετίας που σημαδεύτηκε από την άνοδο και την πτώση του ποστ ροκ (το ναδίρ ήταν να γραφτεί σε κριτικής συναυλίας ότι "λικνίζονται με τον παραδοσιακό ποστ ροκ τρόπο"!), και οι συντάκτες του Αγιότατου (και όχι μόνο) έχουν απολαύσει δύο από τα συγκοτήματα που κοσμούν το τοπ 10 της πακόσμιας ποστ σκηνής  και κατέχουν το εισιτήριο για τον παράδεισο του Ποστροκά! Αυτό το 'εγωιστικό' αφιέρωμα στους αγαπημένους μου δίσκους του 'είδους' δεν θα μπορούσε να γραφτεί σε καλύτερη περίοδο. Όταν γύρισα στη αγαπημένη μου Αθήνα πέρυσι το καλοκαίρι ήμουν πεπεισμένος ότι το ποστ ροκ είχε πεθάνει και αποτεφρωθεί και οι στάχτες του είχαν σκορπιστεί σε κάποια γεμάτη καπνό παμπ της Γλασκώβης όπου οι τριαντάρηδες, κοιλαράδες Mogwai πίνουν pints. Όμως ξανασμίγοντας με λατρεμένους φίλους και δημιουργώντας το Άγιο Τσιπουράκι κατάλαβα ότι η μουσική των Godspeed, των Do Make, των Mice Parade, των  Tortoise και τόσων άλλων δεν μπορεί να πεθάνει όπως δεν μπορεί να ξεχαστεί η μουσική των Pink Floyd, των Sabbath, του Charles Mingus, του Μάνου Χατζιδάκι και όλων αυτών που δημιουργούν μουσική για τη μουσική και όχι για τα λεφτά, τα συμβόλαια, τα γεμάτα γήπεδα και την υστεροφημία. Φίλοι Τσιπουροπότες, ευχαριστώ.


τζαζ ή ποστ ροκ (έχει σημασία);
 Το να ντύσεις μια βωβή ταινία με μουσική δεν είναι δύσκολο. Παίρνεις μια ορχήστρα κλασικής μουσικής βάζεις την ταινία να παίζει και η ορχήστρα παίζει ότι νομίζει ότι ταιριάζει με τον ρυθμό. Το δύσκολο (και τρελό!) είναι να δημιουργήσεις μουσική στο Λονδίνο του τέλους του 20ου αιώνα για μια πρωτοποριακή βωβή ταινία-ντοκιμαντέρ ενός σοβιετικού κινηματογραφιστή που έζησε στο πρώτο τέταρτο του αιώνα. Ακούγοντας το The Man with the Movie Camera ένιωσα ότι ανακαλύπτω ένα νέο είδος μουσικής ότι είμαι ο μοναδικός τυχερός που κέρδισε αυτό το ανεπανάληπτο έπαθλο. Αλλά ήταν ένας ακόμα δίσκος. Όταν όμως 'κατέβασα' το ντοκιμαντέρ του Dziga Vertov επενδεδυμένο με τη μουσική των Cinematic Orchestra κατάλαβα οι τύποι δεν αστειεύονται. Το πόσο αριστουργηματικά 'κουμπώνει' η μουσική σε κάθε σκηνή του έργου του Vertov δεν έχω τις απαιτούμενες γνώσεις για να το περιγράψω. Αλλά το αποτέλεσμα μόνο με το Alexander Nevsky του Sergei Eisenstein με μουσική του Sergei Prokopiev μπορώ να το συγκρίνω!
Οι Cinematic Orchestra όμως δεν επαναπαύονται στην μουσική ιδέα και εκτέλεση του αιώνα ή μάλλον υπήρχαν και πριν το συγκεκριμένο soundtrack. Το βράδυ εκείνο στην Πειραιώς βάλθηκαν να μας αποδείξουν πόσο μαλάκες είμαστε. Και τα κατάφεραν. Free jazz αυτοσχεδιασμοί, ποστ ροκ ενορχηστρώσεις, soul φωνητικά, hip hop ρυθμοί και ηλεκτρονική αναίδεια συνθέτουν ένα νέο μουσικό είδος. Δεν υπάρχει ποστ ροκ ρε φίλε! Δεν θα λικνιστούμε με τον γαμημένο ποστ ροκ τρόπο. Ο Dziga Vertov θα ήταν περήφανος και έκπληκτος με τη μουσική για το ντοκιμαντέρ του, ο Miles Davis θα δάνειζε άνετα την ιδιοφϋή τρομπέτα του, ο Dr Octagon θα ράπαρε χωρίς έλεος και ο Νίκος Παπάζογλου θα καλούσε τη σούπερ μπάντα Pink Floyd+Cinematic Orchesta για μια συναυλία στο ηφαίστειο της Νισύρου... Το πήγα μακριά; Δεν φταίω εγώ. Φταίνε αυτοί οι καλλιτέχνες που μπορούν να γράψουν τραγούδια σαν των Coldplay και να τα κονομήσουν χοντρά παίζοντας σε στάδια της αμερικής αλλά αντ'αυτού έχουν βάλει στο πειραγμένο μυαλό τους ότι μπορούν να αλλάξουν την μουσική ή ίσως τον τρόπο με τον οποίο ακούμε την μουσική ξεπερνώντας τα ίδια τα όρια της μουσικής και τα δεσμά των πολυεθνικών δισκογραφικών και των media. Και το έχουν εν μέρει επιτύχει. Το προηγούμενο Σάββατο το Fuzz ήταν γεμάτο παρά το τσουχτερό εισιτήριο και μόλις ακούστηκαν οι πρώτες νότες του MWMC ένα ρίγος διαπέρασε το πλήθος.  Ήταν ένα όνειρο πολλών χρόνων που έγινε πραγματικότητα αλλά η μπάντα δεν απομυθοποιήθηκε στα μυαλά αυτών που βρίσκονταν εκεί όπως γίνεται συνήθως -το αντίθετο συνέβη. 



το Άγιο Τσιπουράκι ήταν εκεί

** Φωτογραφίες από τον συνήθη ύποπτο tissaris θα ακολουθήσουν ελπίζω σε ξεχωριστή ανάρτηση. Όσο για το αουτσάιντερ απλά δεν μου έκατσε αυτή τη φορά. Ίσως να φταίτει το jet lag από τη συναυλία.**

*** The Man with the Movie Camera (a film by Dziga Vertov) + Music by The Cinematic Ochestra Parts 1, 2, 3, 4, 5, 6a, 6b, 7, 8. ***

9 + 9 Post Rock Albums

Ξέχασα φυσικά να πω (και μου το θύμισε ο μέγας τσιπουροπότης jbuddha) ότι το αφιέρωμα οφείλει την ύπαρξη του στις επικείμενες συναυλίες των Godspeed στην Αθήνα στις 17 και 18 Δεκέμβρη ή μάλλον για να το θέσω καλύτερα, στην επανασύνδεση τους που μας έκανε να κλαίμε σαν μωρά παιδιά εδώ στο τσιπουροποτείο που μαζευόμαστε. Τα εισιτήρια τα έχουμε προμηθευτεί και σιγοβράζουμε στο ζουμί μας μέχρι να έρθει εκείνη η στιγμή που θα χορέψουμε με τον παραδοσιακό ποστ ροκ τρόπο...



 οι πρώτοι που τόλμησαν
 Την πρώτη φορά που χρησιμοποιήθηκε ο όρος ποστ ροκ ήταν από έναν μουσικοκριτικό για τους Laika στα μέσα της δεκαετίας του '90. Την εποχή εκείνη δημιουργούνταν ή ξεκινούσαν την πορεία τους τα συγκροτήματα που έμελλε να δώσουν μορφή και περιέχομενο στον όρο, παρότι τα περισσότερα αρνήθηκαν σθεναρά την ταμπέλα. Αλλά τι πραγματικά πρέσβευε και πρεσβεύει το ποστ ροκ που συμπεριελάμβανε τόσο αντίθετα μεταξύ τους συγκροτήματα όπως τους γερμανούς To Rococo Rot και τους καναδούς Fly Pan Am ή τους έλληνες (μεταλάδες) 2 by Bukowski και τους ισλανδούς Sigur Rós. Οι αμερικάνοι (από το Κεντάκι) Slint δεν είχαν τέτοιες ανησυχίες. Το 1991 κυκλοφόρησαν (στην Touch & Go) τον δεύτερο δίκο τους Spiderland που σηματοδοτεί την έναρξη μιας εποχής όπου ποστ ροκ θα είναι όποιος αμφισβητεί τις προυπάρχουσες μουσικές φόρμες και την πολυδιαφημιζόμενη 'εναλλακτική' (alternative) παγκόσμια σκηνή. Στο Spiderland κουπλέ και ρεφραίν εξαφανίζονται και ο ρυθμός παύει να είναι αυτοσκοπός. Η πορεία της μουσικής μέσα σε ένα κομμάτι δεν είναι πια γραμμική γι'αυτό και η διάρκεια αυξάνεται. Τα συναισθήμτα που ξύπναγαν από τον στίχο και το τρέμουλο στην φωνή του τραγουδιστή δίνουν τη θέση τους σε κιθαριστικά ξεσπάσματα και απότομες διακοπές στο ρυθμό που ανταγωνίζονται την 'ποίηση' των Radiohead και την οργισμένη απόγνωση του Kurt Cobain. Παρόλα αυτά, λίγοι μουσικόφιλοι ανά τον κόσμο θα συμφωνούσαν μαζί μου στις αρχές της δεκαετίας του 90 καθώς το ποστ ουδέποτε απόλαυσε την λάμψη της τότε ροκ σκηνής, και πολύ περισσότερο σήμερα, που το ποστ ροκ μπαίνει στην τρίτη δεκαετία της ύπαρξης του εκφυλιζόμενο σε ένα ακόμα μουσικό είδος με δική του συγκεκριμένη μουσική φόρμα - δεκάλεπτοι κιθαριστικοί μονόλογοι με κάποιο ίσως εναλλακτικό όργανο για εφέ, ακολουθούμενοι απο ξεσπάσματα και νηνεμίες. Το 2005, δεκαπέντε σχεδόν χρόνια μετά το Spiderland αλλά και τη διάλυση τους, οι Slint επανενώθηκαν για να 'επιβλέψουν/διοργανώσουν' (curate - αδύνατο να το μεταφράσω ακριβώς) το All Tomorrow's Parties Festival, το πρώτο (και τελευταίο) ποστ φεστιβάλ που πρωτοοργανώθηκε από τους Mogwai, γεγονός που αναγνώρισε το γκρουπ ως το πρώτο που τόλμησε.



το συγκλονιστικό αουτσάιντερ
Παιδεύομαι πάρα πολύ με αυτή την 'λίστα' διότι οι κορυφαίοι μου δίσκοι είναι πάνω από είκοσι και πρέπει να τους χωρίσω σε τοπ 10 και 10 'που δεν είναι στους τοπ αλλά θα έπρεπε'. Έτσι από το δεύτερο κιόλας ζευγάρι δίσκων ξεκινάνε οι εκπλήξεις. Τους ξέρετε μήπως τους The For Carnation; Τον Brian McMahan; Ίσως να τον γνωρίζεται από τους Slint. Τέλος πάντων, οι For Carnation δεν είναι η συνέχεια των Slint γι'αυτό και κερδίζουν τη θέση τους επάξια στους κορυφαίους δημιουργούς του  ποστ. Η βραδυφλεγής βόμβα που ακούει στο όνομα The For Carnation (για το δίσκο μιλάω τώρα) 'έσκασε' το 1999 στην Αμερική αλλά στα χέρια μου έπεσε πολύ αργότερα. Δεν είναι και τίποτα τρομερό, μη φανταστείτε! Μέχρι και φωνητικά έχει σε κανά δυο κομμάτια, κάτι το οποίο μάλλον απεχθάνομαι στο ποστ. Σχεδόν δολοφονικά βαρετός και αργόσυρτος δίσκος, ακούγεται μόνο όταν είσαι μόνος σου και πάλι το σκέφτεσαι. Κιθάρες που δεν ακούγονται σχεδόν, ο ντράμμερ βαριέται αφόρητα... Μήπως να σταματήσω εδώ; Αλλά για μια στιγμή! Μισό λεπτό να ξαναβάλω τον δίσκο πάλι. Ξανά και ξανά. Τι ρυθμός είναι αυτός στο A Tribute To, τι ακριβώς μου ψιθυρίζουν οι κιθάρες και η φωνή του McMahan; Πως έσβησαν όλοι οι ήχοι της πόλης και έμεινε μόνο η εκνευριστική μπότα, ο ψίθυρος του τραγουδιστή, η σπάνια μελωδία της κιθάρας; Θα πρέπει να φταίνε αυτά τα τελευταία 9 λεπτά και 30 δευτερόλεπτα.

Pt.1 Η πρώτη ανάσα μετά από κώμα.

Pt.1 Η πρώτη ανάσα μετά από κώμα.

Θυμάμαι να ακούω το χτύπημα των φτερών του Albatross. Αγέρωχο πέταξε τόσο μακριά που δε φαίνεται πλέον στον ορίζοντα! Πόσος χρόνος έχει περάσει; Λεπτά; Χρόνια;

Μμμμμ τι είναι αυτό; Ο σφυγμός μου; Τον ακούω;

Α Α Α Α

Α Α Α Α

Α Α Α Α

Α Α Α Α


Η αίσθηση της ακοής μου επανήλθε. Είμαι σίγουρος ότι αυτή η νότα είναι La (Α). Την έχω ακούσει τόσες φορές, που η συχνότητά της έχει χαραχτεί στον εγκέφαλό μου. Τέσσερις φορές καταφέρνει και επιβάλλεται μόνη της, θερμαίνοντας με τα χνώτα της την παγωμένη ατμόσφαιρα του δωματίου. Παίρνω την πρώτη μου ανάσα. Ξυπνάω και συνειδητοποιώ πως δεν υπάρχει ποδήλατο ή τούρτα για να βουτήξω το δάχτυλό μου, υπάρχει η διαίρεση με το μηδέν.

Η Γη δεν είναι ένα ψυχρό νεκρό μέρος - Intro.

Intro.

Βουτάω το δάχτυλο στην τούρτα ενώ περιμένω να σβήσω τα κεράκια μου. Πέφτω από το ποδήλατο, χτυπάω και με υποδέχεται η ζεστή αγκαλιά και το καθησυχαστικό βλέμμα της μάνας μου. Προσπαθώ να φτάσω τα πλατιά φύλλα της κληματαριάς καθώς ο ήλιος προβάλλει λαμπερός ανάμεσά τους και με τυφλώνει. Η δασκάλα μου τραβάει τη φαβορίτα επειδή έγραψα τη λέξη πλυντήριο «πληντύριο». Βλέπω τον παππού μου να ξεχειλίζει από χαρά όταν με ακούει να παίζω μουσική. Θέλω να πιω το γάργαρο παγωμένο νερό του Βοϊδομάτη. Κάνω κοπάνα από το σχολείο και καπνίζω το πρώτο μου τσιγάρο. Αγωνία και άγχος στα 18 μου, ή τουλάχιστον έτσι νομίζω. Η εργασία στα εργαστήρια φυσικής περνάει σε δεύτερη μοίρα, γιατί σε πρώτη μοίρα έρχεται το The Wall, ένα τραγούδι του Παυλίδη και η ανυποχώρητη βαρεμάρα μου.

Στο ίδιο γνώριμο δωμάτιο, κάθομαι στο πάτωμα σε μια μαξιλάρα εδώ δίπλα στο καλοριφέρ και τη μίνι βιβλιοθήκη. Τα παντζούρια είναι κλειστά. Πάνω στη βιβλιοθήκη, που έχει θέση αποθηκευτικού χώρου, είναι ακουμπισμένη η τηλεόραση με τις κεραίες της κολλημένες με κολλητική ταινία. Δε γίνεται να μην τη σχολιάσω, αποτελεί για μένα την ψυχή του δωματίου. Το δωμάτιο τη χρειάζεται περισσότερο από την αφίσα του Bob Dylan από το tour του ‘91, τα αποξηραμένα τριαντάφυλλα, το καπέλο που είναι κρεμασμένο στον τοίχο, τη ζωγραφιά της ακουστικής κιθάρας και του ήλιου με τα σύννεφα και τα κύματα. Το πολυτιμότερο αντικείμενο εδώ μέσα είναι η μικρή Formenti με τις σπασμένες κεραίες της, εκεί δίπλα από τα φωτορυθμικά. «Μην πειράζεις τον διακόπτη! Τον έχω ρυθμίσει κατάλληλα ώστε να ακολουθούν τη μουσική όπως πρέπει!» είπε ο JBuddha.

Όχι, η Γη δεν είναι ένα ψυχρό νεκρό μέρος. Είναι ένας ζωντανός πλανήτης στον οποίο η ζωή αναπτύσσεται σε όλες τις εκφάνσεις της. Έχει χρώματα, γεύσεις, ένταση και μελωδίες μοναδικές. Όσοι δε ζείτε στη Γη, δεν ξέρετε τι χάνετε!