Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

Letter from Home


from: giagiaroula@e-kapi.gr
to: eggonosgiagiasroulas@bham.ac.uk
subject: gramma apo tin patrida

Αγαπημένο μου παιδί,
το ότι σου γράφω αυτές τις λίγες γραμμές με τα νέα μου το οφείλεις στο κύριο Μανώλη που με βοήθησε να καταλάβω το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή όπως το αποκαλείται εσείς τα νέα παδιά, e-mail. Ο κύριος Μανώλης είναι ο γείτονας μου και με βοήθησε επίσης να συνδεθώ στο facebook και στο twitter. Θα μου πεις παιδάκι μου, τι δουλειά έχω εγώ 80 χρονών γυναίκα με αυτά τα κοινωνικά δίκτυα των νέων. Αλλά η μοναξιά και τα γηρατειά, γιε μου, είναι μεγάλη κατάρα και κάπως πρέπει να την βγάλουμε και μεις οι γριούλες. Ο πατέρας σου μου έφτιαξε τον παλιό υπολογιστή του παππού σου - ο θεός να τον συγχωρέσει - και κάθομαι καμιά φορά να κάνω chat με τις φίλες μου (τη Βούλα του Θανάση, την Ελένη που μένει απο κάτω) και να πούμε τα νέα μας. Ελπίζω να με κάνεις φίλη, θα με βρεις με το όνομα Giagia Roula.
Αυτά για εμένα και την νέα τεχνολογία. Άλλο τίποτα δεν σκαμπάζω, ευτυχώς που υπάρχει και ο Μανώλης και με βοηθάει λίγο μ'αυτά τα καταραμένα τα windows. Τώρα είπε ότι θα μου βάλει linux στον υπολογιστή γιατί είναι καλύτερα και δωρεάν! Γιατί με τη σύνταξη που παίρνω παιδάκι μου δεν έχω περιθώριο για πολυτέλειες, πόσο μάλλον τώρα που όλα ακριβαίνουν.
Όσον αφορά τα νέα από Ελλάδα (αλήθεια, σου έχει λείψει καθόλου η Αθήνα μας;) άστα να πάνε. Όλα μαύρα και άραχνα.Φτώχεια παντού. Άθρωποι να ρημάζουν τα σκουπίδια στις γειτονιές, μετανάστες στην ίδια τους τη χώρα. Έλληνες, ξένοι να πεθαίνουν στην γειτονιά τους για ένα κομμάτι ψωμί, φοιτήτες να χαροπαλεύουν στα νοσοκομεία με ανοιγμένα κεφάλια, φασίστες να κυνηγάνε ανθρώπους στην Αθηνάς. Έτσι την κατάντησαν την Αθήνα μας όλοι αυτοί που δήθεν νοιάζονται για το καλό της. Μαύρο πέπλο έχει σκεπάσει αγόρι μου τη χώρα μας. Βγαίνει ο τρισκατάρατος Σαββόπουλος και λέει ότι πρέπει να στείλουμε τους μετανάστες και τους τοξικομανείς στα ξερονήσια και ο πατέρας σου συμφωνεί αλλά ξεχνάει ότι ο παππούς σου πέρασε τη μισή ζωή του στην εξορία και τις φυλακές γιατί πολέμησε ντόπιους και ξένους καταχτητές. Ξεχνάει το ξύλο που έφαγε στο πολυτεχνείο όταν ήταν φοιτητής, ξεχνάει ότι ο θείος του πέθανε μονάχος του στην Γερμανία και ότι το παιδί του ζει στην Αγγλία.
Εδώ παιδί μου έχουν ξεχάσει όλοι ποιοι είναι και από που έρχονται. Στα γράφω όλα αυτά αγόρι μου γιατί εσύ μόνο έχεις το μέλλον στα χέρια σου. Εγώ, ογδόντα χρονών γυναίκα, δεν αντέχω πια να ανεβαίνω στις πορείες όσο κι αν το θέλω -καμιά φορά μονάχα παίρνω τη Βούλα και την Ελένη και πηγαίνουμε σε καμιά συνέλευση αυτών των 'δεν πληρώνω' γιατί εμείς και να θέλαμε δεν μπορούμε να πληρώσουμε οπότε τα παιδιά εκεί μας φέρονται πολύ καλά. Νομίζουν ότι είμαστε τίποτα γιαγιούλες που δεν καταλαβαίνουμε και πολλά. Τέλος πάντων, έχουμε σταματήσει να πληρώνουμε εισητήριο στο λεωφορείο και τσακωνόμαστε με τους ελεγκτές. Αυτή είναι η τελευταία πράξη αντίστασης της γιαγιάς σου.
Θα έμαθες βέβαια ακόμα και στα ξένα ότι πέθαναν πρόσφατα ο Νίκος Παπάζογλου και ο Θανάσης Βέγγος. Αχ, αγόρι μου, δεν μπορείς να καταλάβεις τι κλάμα έριξα η άμοιρη! Τι λύπη θα ένιωθε άραγε ο παππούς σου αν ζούσε! Θυμάσαι πόσο αγαπούσε τις ταινίες του Βέγγου, όταν σε έπαιρνε αγκαλιά και καθόσασταν τα δυό σας μπροστά από την τηλεόραση να δείτε τον ΘΒ ή το Τι έκανες στον πόλεμο θανάση και αντί να γελάει ο παππούς σου έκλαιγε και το ρώταγες 'παππούλη μου γιατί κλαις;' και σου απαντούσε ' δεν κλαίω δημήτρη μου, δακρύζω απ'τα γέλια'. Να σκεφτότανε άραγε όλα αυτά τα χρόνια στις εξορίες και τις φυλακές, στην παρανομία και το κυνηγητό, και τους αγώνες μας που δεν είδαν αποτέλεσμα; Να έβλεπε τον εαυτό του και τους συντρόφους στο πρόσωπο του Θανάση αιώνια αγωνιζόμενου και σχεδόν πάντα χαμένου όλα αυτά τα χρόνια, ώσπου σαν σύγχρονος βαρκάρης-αντάρτης πήρε το όπλο του ξανά και εκτέλεσε εν ψυχρώ τον κυνηγό; Αχ, σε κουράζω τώρα με τις σκέψεις μου και σαν να βλέπω μπροστά μου τον παππού σου να μου λέει 'Τι τα σκαλίζεις τώρα αυτά μωρή Ρούλα; Άστο παιδί να βρει το δρόμο του, πάμε εμείς ότι κάναμε κάναμε'. Πάει και ο Βέγγος και μόνο με την ιδέα ότι θα τον δω πάλι στην οθόνη να τρέχει και να μη φτάνει, να τρώει τα μούτρα του, νομίζω ότι θα πλαντάξω στο κλάμα, μα τις προάλλες που έκανα ζάπινγκ να σου στην ΕΤ3 ο Τρελός και παλαβός Βέγγος κι αντί να κλαίω έπιασα τον εαυτό μου να γελάει -ναι, να γελάω με την καρδιά μου! Πανάθεμα σε, Θανάση, είπα από μέσα μου, τα κατάφερες. Όσο και να σ'αγαπάμε, και στο θάνατο σου γελάμε. Συχώρεσε με παναγία μου.
Αμ, ο Νίκος ο Παπάζογλου, 63 χρονών μόνο πέθανε το παλικάρι! Εγώ παιδί μου να πω την αμαρτία μου δεν άκουγα τα τραγούδια του εκτός από τα πολύ γνωστά που παίζουν και στα μπουζουκομάγαζα που λες και συ, αλλά τον θυμάμαι δυό μέτρα παλικάρι με το τζιν πουκάμισο και εκείνο το κόκκινο φουλάρι πάντα κι ένα χαμόγελο στα χείλη του που σ'εκανε να θες να τον φιλήσεις και να τον πάρεις σπίτι σου να τον φιλέψεις λίγο πορτοκαλάκι και λίγο νερό. Σε θυμάμαι μικρό μου που έτρεχες να τον δεις στο θέατρο πέτρας μια μέρα πριν δώσεις εξετάσεις και φώναζε η μάνα σου ν'ανοίξεις κανά βιβλίο αντί να τρέχεις στις συναυλίες. Μα και που έβγαλες το πανεπιστήμιο τι κατάλαβες. Να, ο Μιχαλάκης της κυρα-Χαρίκλειας ο εγγονός, φυσικός είναι με μεταπτυχιακό στο πολυτεχνείο και δουλεύει εδώ στο σουβλατζίδικο με το μηχανάκι του. Περιμένει το παιδί να διοριστεί στο σχολείο αλλά που!
Σε κούρασα αγόρι μου αλλά μόνη μου εδώ και μου λείπεις πολύ. Σε ποιον να φτιάξω τώρα πια την σπανακόπιτα μου, να μου δώσει ένα φιλί και να μου πει 'γιαγιά, ζωγράφισες πάλι! η καλύτερα πίτα του κόσμου!'. Άραγε τρως καλά εκεί πάνω; Έχεις καμιά καλή κοπέλα εκεί στην Αγγλία να σου φτιάξει κανά φαΐ της προκοπής; Άραγε σου φέρονται καλά οι άγγλοι εκεί που βρίσκεσαι ή είναι τα ίδια σκατά (συγχώρα με μικρέ μου!) με τους δικούς μας εδώ; Θυμάμαι τον παππού σου όταν του πιπίλιζαν τ'αυτιά να φύγει στη γερμανία 'Ρούλα, τα αφεντικά είναι ίδια και στην ελλάδα και στη γερμανία. Εγώ θα πεθάνω όρθιος στον τόπο μου πολεμώντας τα'. Αχ και να' ξερε τι μας περιμένει! Θα ξέθαβε το όπλο του και θα τράβαγε για την πίνδο.
Αυτά είναι τα νέα μου από την αθήνα. Μην με ξεσυνερίζεσαι μωρό μου γριά είμαι, με το ένα πόδι στον τάφο, όλα τα βλέπω μαύρα. Αλλά δεν παραιτούμαι. Έχω πίστη στα εγγόνια μας. Εσείς θα αλλάξετε τον κόσμο και ας είναι αδύνατο. Να' σαι καλά και να μου γράφεις.

~Γιαγιά Ρούλα~

Letter from Home


from: giagiaroula@e-kapi.gr
to: eggonosgiagiasroulas@bham.ac.uk
subject: gramma apo tin patrida

Αγαπημένο μου παιδί,
το ότι σου γράφω αυτές τις λίγες γραμμές με τα νέα μου το οφείλεις στο κύριο Μανώλη που με βοήθησε να καταλάβω το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή όπως το αποκαλείται εσείς τα νέα παδιά, e-mail. Ο κύριος Μανώλης είναι ο γείτονας μου και με βοήθησε επίσης να συνδεθώ στο facebook και στο twitter. Θα μου πεις παιδάκι μου, τι δουλειά έχω εγώ 80 χρονών γυναίκα με αυτά τα κοινωνικά δίκτυα των νέων. Αλλά η μοναξιά και τα γηρατειά, γιε μου, είναι μεγάλη κατάρα και κάπως πρέπει να την βγάλουμε και μεις οι γριούλες. Ο πατέρας σου μου έφτιαξε τον παλιό υπολογιστή του παππού σου - ο θεός να τον συγχωρέσει - και κάθομαι καμιά φορά να κάνω chat με τις φίλες μου (τη Βούλα του Θανάση, την Ελένη που μένει απο κάτω) και να πούμε τα νέα μας. Ελπίζω να με κάνεις φίλη, θα με βρεις με το όνομα Giagia Roula.
Αυτά για εμένα και την νέα τεχνολογία. Άλλο τίποτα δεν σκαμπάζω, ευτυχώς που υπάρχει και ο Μανώλης και με βοηθάει λίγο μ'αυτά τα καταραμένα τα windows. Τώρα είπε ότι θα μου βάλει linux στον υπολογιστή γιατί είναι καλύτερα και δωρεάν! Γιατί με τη σύνταξη που παίρνω παιδάκι μου δεν έχω περιθώριο για πολυτέλειες, πόσο μάλλον τώρα που όλα ακριβαίνουν.
Όσον αφορά τα νέα από Ελλάδα (αλήθεια, σου έχει λείψει καθόλου η Αθήνα μας;) άστα να πάνε. Όλα μαύρα και άραχνα.Φτώχεια παντού. Άθρωποι να ρημάζουν τα σκουπίδια στις γειτονιές, μετανάστες στην ίδια τους τη χώρα. Έλληνες, ξένοι να πεθαίνουν στην γειτονιά τους για ένα κομμάτι ψωμί, φοιτήτες να χαροπαλεύουν στα νοσοκομεία με ανοιγμένα κεφάλια, φασίστες να κυνηγάνε ανθρώπους στην Αθηνάς. Έτσι την κατάντησαν την Αθήνα μας όλοι αυτοί που δήθεν νοιάζονται για το καλό της. Μαύρο πέπλο έχει σκεπάσει αγόρι μου τη χώρα μας. Βγαίνει ο τρισκατάρατος Σαββόπουλος και λέει ότι πρέπει να στείλουμε τους μετανάστες και τους τοξικομανείς στα ξερονήσια και ο πατέρας σου συμφωνεί αλλά ξεχνάει ότι ο παππούς σου πέρασε τη μισή ζωή του στην εξορία και τις φυλακές γιατί πολέμησε ντόπιους και ξένους καταχτητές. Ξεχνάει το ξύλο που έφαγε στο πολυτεχνείο όταν ήταν φοιτητής, ξεχνάει ότι ο θείος του πέθανε μονάχος του στην Γερμανία και ότι το παιδί του ζει στην Αγγλία.
Εδώ παιδί μου έχουν ξεχάσει όλοι ποιοι είναι και από που έρχονται. Στα γράφω όλα αυτά αγόρι μου γιατί εσύ μόνο έχεις το μέλλον στα χέρια σου. Εγώ, ογδόντα χρονών γυναίκα, δεν αντέχω πια να ανεβαίνω στις πορείες όσο κι αν το θέλω -καμιά φορά μονάχα παίρνω τη Βούλα και την Ελένη και πηγαίνουμε σε καμιά συνέλευση αυτών των 'δεν πληρώνω' γιατί εμείς και να θέλαμε δεν μπορούμε να πληρώσουμε οπότε τα παιδιά εκεί μας φέρονται πολύ καλά. Νομίζουν ότι είμαστε τίποτα γιαγιούλες που δεν καταλαβαίνουμε και πολλά. Τέλος πάντων, έχουμε σταματήσει να πληρώνουμε εισητήριο στο λεωφορείο και τσακωνόμαστε με τους ελεγκτές. Αυτή είναι η τελευταία πράξη αντίστασης της γιαγιάς σου.
Θα έμαθες βέβαια ακόμα και στα ξένα ότι πέθαναν πρόσφατα ο Νίκος Παπάζογλου και ο Θανάσης Βέγγος. Αχ, αγόρι μου, δεν μπορείς να καταλάβεις τι κλάμα έριξα η άμοιρη! Τι λύπη θα ένιωθε άραγε ο παππούς σου αν ζούσε! Θυμάσαι πόσο αγαπούσε τις ταινίες του Βέγγου, όταν σε έπαιρνε αγκαλιά και καθόσασταν τα δυό σας μπροστά από την τηλεόραση να δείτε τον ΘΒ ή το Τι έκανες στον πόλεμο θανάση και αντί να γελάει ο παππούς σου έκλαιγε και το ρώταγες 'παππούλη μου γιατί κλαις;' και σου απαντούσε ' δεν κλαίω δημήτρη μου, δακρύζω απ'τα γέλια'. Να σκεφτότανε άραγε όλα αυτά τα χρόνια στις εξορίες και τις φυλακές, στην παρανομία και το κυνηγητό, και τους αγώνες μας που δεν είδαν αποτέλεσμα; Να έβλεπε τον εαυτό του και τους συντρόφους στο πρόσωπο του Θανάση αιώνια αγωνιζόμενου και σχεδόν πάντα χαμένου όλα αυτά τα χρόνια, ώσπου σαν σύγχρονος βαρκάρης-αντάρτης πήρε το όπλο του ξανά και εκτέλεσε εν ψυχρώ τον κυνηγό; Αχ, σε κουράζω τώρα με τις σκέψεις μου και σαν να βλέπω μπροστά μου τον παππού σου να μου λέει 'Τι τα σκαλίζεις τώρα αυτά μωρή Ρούλα; Άστο παιδί να βρει το δρόμο του, πάμε εμείς ότι κάναμε κάναμε'. Πάει και ο Βέγγος και μόνο με την ιδέα ότι θα τον δω πάλι στην οθόνη να τρέχει και να μη φτάνει, να τρώει τα μούτρα του, νομίζω ότι θα πλαντάξω στο κλάμα, μα τις προάλλες που έκανα ζάπινγκ να σου στην ΕΤ3 ο Τρελός και παλαβός Βέγγος κι αντί να κλαίω έπιασα τον εαυτό μου να γελάει -ναι, να γελάω με την καρδιά μου! Πανάθεμα σε, Θανάση, είπα από μέσα μου, τα κατάφερες. Όσο και να σ'αγαπάμε, και στο θάνατο σου γελάμε. Συχώρεσε με παναγία μου.
Αμ, ο Νίκος ο Παπάζογλου, 63 χρονών μόνο πέθανε το παλικάρι! Εγώ παιδί μου να πω την αμαρτία μου δεν άκουγα τα τραγούδια του εκτός από τα πολύ γνωστά που παίζουν και στα μπουζουκομάγαζα που λες και συ, αλλά τον θυμάμαι δυό μέτρα παλικάρι με το τζιν πουκάμισο και εκείνο το κόκκινο φουλάρι πάντα κι ένα χαμόγελο στα χείλη του που σ'εκανε να θες να τον φιλήσεις και να τον πάρεις σπίτι σου να τον φιλέψεις λίγο πορτοκαλάκι και λίγο νερό. Σε θυμάμαι μικρό μου που έτρεχες να τον δεις στο θέατρο πέτρας μια μέρα πριν δώσεις εξετάσεις και φώναζε η μάνα σου ν'ανοίξεις κανά βιβλίο αντί να τρέχεις στις συναυλίες. Μα και που έβγαλες το πανεπιστήμιο τι κατάλαβες. Να, ο Μιχαλάκης της κυρα-Χαρίκλειας ο εγγονός, φυσικός είναι με μεταπτυχιακό στο πολυτεχνείο και δουλεύει εδώ στο σουβλατζίδικο με το μηχανάκι του. Περιμένει το παιδί να διοριστεί στο σχολείο αλλά που!
Σε κούρασα αγόρι μου αλλά μόνη μου εδώ και μου λείπεις πολύ. Σε ποιον να φτιάξω τώρα πια την σπανακόπιτα μου, να μου δώσει ένα φιλί και να μου πει 'γιαγιά, ζωγράφισες πάλι! η καλύτερα πίτα του κόσμου!'. Άραγε τρως καλά εκεί πάνω; Έχεις καμιά καλή κοπέλα εκεί στην Αγγλία να σου φτιάξει κανά φαΐ της προκοπής; Άραγε σου φέρονται καλά οι άγγλοι εκεί που βρίσκεσαι ή είναι τα ίδια σκατά (συγχώρα με μικρέ μου!) με τους δικούς μας εδώ; Θυμάμαι τον παππού σου όταν του πιπίλιζαν τ'αυτιά να φύγει στη γερμανία 'Ρούλα, τα αφεντικά είναι ίδια και στην ελλάδα και στη γερμανία. Εγώ θα πεθάνω όρθιος στον τόπο μου πολεμώντας τα'. Αχ και να' ξερε τι μας περιμένει! Θα ξέθαβε το όπλο του και θα τράβαγε για την πίνδο.
Αυτά είναι τα νέα μου από την αθήνα. Μην με ξεσυνερίζεσαι μωρό μου γριά είμαι, με το ένα πόδι στον τάφο, όλα τα βλέπω μαύρα. Αλλά δεν παραιτούμαι. Έχω πίστη στα εγγόνια μας. Εσείς θα αλλάξετε τον κόσμο και ας είναι αδύνατο. Να' σαι καλά και να μου γράφεις.

~Γιαγιά Ρούλα~