Σάββατο 25 Ιουνίου 2016

Χοπλάντικ: Ο παραδοσιακός τρόπος των ποστροκάδων

(Αγαπητό μου ημερολόγιο.
Έχουν περάσει τώρα 4 μέρες μερικές μέρες που πήγα στην πλατεία νερού και άκουσα το αγαπημένο μου συγκρότημα. Περίμενα 16 χρόνια για αυτή την συναυλία και καθώς φεύγαμε από τον χώρο όλοι γύρω μου μιλούσαν πολύ και σχεδόν παραληρούσαν. Εγώ αμίλητος κοιτούσα το έδαφος σαν αλλος ένας shoegazer. Βλέποντας με έτσι κάποια με ρώτησε αν μου άρεσε η συναυλία και εγώ το μόνο που βρήκα να απαντήσω ήταν : ναι, πολύ. Θα μπορούσε να είναι και ειρωνικό.
Δεν περιμένω να με καταλάβεις αγαπητό μου ημερολόγιο. Μέρες πριν εκείνη την δευτέρα είχα παίξει την συναυλία στο μυαλό μου και την είχα ακούσει ξανά και ξανά στα αυτιά μου. Και μου άρεσε πολύ. Όμως δεν το περίμενα αυτό. Όταν ξεκίνησε το Staralfur έκλεισα τα μάτια και ένας δάκρυνος κόμπος έφραξε τον λαιμό μου. Ναι ήθελα να κλάψω έκλαψα από χαρά στο άκουσμα της πρώτης νότας του δεύτερου τραγουδιού. Ξέρεις ημερολογιάκι μου ότι κλαίω εύκολα και ένα καλό τραγούδι είναι μια εξαίρετη αφορμή για την ανακούφιση των δακρύων. Έτσι ξεκίνησε η όμορφη βραδιά. Με μια αφορμή για δάκρυα χαράς. Ύστερα άρχισε να βρέχει και να σταματάει, ο ουρανός ήταν συννεφιασμένος και κόκκινος, και τα δάκρυα μου ανακατεύτηκαν με τις χοντρές σταγόνες της βροχής… αλλά δεν έγινε έτσι. Φόρεσα την κουκούλα μου, έγειρα το κεφάλι και έκλεισα τα μάτια. Πέρασε μέσα από τα αυτιά μου το Saroglur, το Glosoli (Θεέ μου σταματά να μας βρέχεις και κάτσε να ακούσεις αυτή την θεία μουσική) και διάφορα ανώνυμα τραγούδια που κάποτε αποκτήσαν όνομα και πολύ με λύπησαν γιατί εκείνη η μελωδία, ετούτος εδώ ο θόρυβος δεν έχουν όνομα -δεν πρέπει να ονομάζονται- όπως δεν έχουν στίχους πάρα μόνο μουσική, νότες -όχι όχι νότες, άλλο ήθελα να πω αλλά πώς, οι τρεις τους εκεί πάνω παίζουν και εγώ με κλειστά τα μάτια ακούω και νιώθω, μόνο ακούω και νιώθω, σταματά να βρέχεις, σταματά αέρα, σταματά κοσμε να ακούσεις και να νιώσεις. Το πλήθος βγάζει ένα επιφώνημα θαυμασμού ενώ οι σκέψεις μου δονούνται από βαρυτικά κύματα τα οποία εκπέμπουν τρία σούπερνόβα από την σκηνή. Σηκώνω το κεφάλι και σκουντάω τον JBuddha. Τι έγινε; Ένας κεραυνός πάνω από την σκηνή. Ασήμαντο καθώς η μουσική συνεχίζει. Μόνο για φωτογραφία. Ενώ προσπαθώ να βρω τα λόγια των ανώνυμων τραγουδιών και δεν τα καταφέρνω καλά ανακαλύπτω ότι τα χοπλάντικ είναι αυτό που δύο δεκαετίες τώρα κάνουμε στις ποστ ροκ συναυλίες· επινοούμε μια νέα - δικιά του ο καθένας - γλώσσα για να συντροφέψουμε τις αγαπημένες μας μελωδίες και θορύβους με λόγια. Το απλό άθροισμα των φωνών μας είναι αυτό που κάποιοι τόλμησαν να ξεστομίσουν ως αστείο ή ως προσβολή : ο παραδοσιακός τρόπος των ποστροκάδων.
Και φτάνουμε σιγά σιγά στο τέλος. Ποιο να παίξουν τελευταίο για να μας γαμήσουν τελείως ακόμα και αν ξέρουμε ήδη μέσες άκρες ακριβώς την σειρά των τραγουδιών; Πως βρέθηκα στην κατάσταση που περιέγραψα στην αρχή, να μην μπορώ να γνωρίσω καν ότι ήταν ένα από αυτά τα όνειρα που γίνονται πραγματικότητα δεκαέξι χρόνια μετά; Sven-g-englar, Olsen Olsen, Hoppipolla; Έχει σημασία; Ίσως. Υπάρχουν μερικά τραγούδια για κάθε συγκρότημα που πρέπει να ακούω σε κάθε λάιβ, όπως π. χ. το Fear Satan. Ανώνυμο τραγούδι Νο 8 λοιπόν το επονομαζόμενο και Pop song (Popladig). Είπαμε τα ανώνυμα έπρεπε να παραμείνουν έτσι. Για εμένα το #8 είναι η παρένθεση που κλείνει και όχι το ποπ τραγούδι, για κάποιον άλλο που το ακούει σημαίνει κάτι διαφορετικό, ανάμεσα σε αυτές τις παρενθέσεις του ολόλευκου δίσκου, άδειου από ερμηνείες και ταμπέλες από λόγια παραπλανητικά, τόσο γεμάτου από μουσική και συναίσθημα, ο καθένας βάζει ότι νιώθει.
Κλείνω λοιπόν μια παρένθεση που άνοιξε πριν από δεκαέξι χρόνια όταν μάτωνα τα αυτιά μου και το στόμα μου εκλιπαρώντας όποιον έβρισκα να ακούσει επιτέλους αυτό το δεν-ξέρω-πως-να-το-προφέρω-ακόμα Agaetis Byrjun.)

Χοπλάντικ: Ο παραδοσιακός τρόπος των ποστροκάδων

(Αγαπητό μου ημερολόγιο.
Έχουν περάσει τώρα 4 μέρες μερικές μέρες που πήγα στην πλατεία νερού και άκουσα το αγαπημένο μου συγκρότημα. Περίμενα 16 χρόνια για αυτή την συναυλία και καθώς φεύγαμε από τον χώρο όλοι γύρω μου μιλούσαν πολύ και σχεδόν παραληρούσαν. Εγώ αμίλητος κοιτούσα το έδαφος σαν αλλος ένας shoegazer. Βλέποντας με έτσι κάποια με ρώτησε αν μου άρεσε η συναυλία και εγώ το μόνο που βρήκα να απαντήσω ήταν : ναι, πολύ. Θα μπορούσε να είναι και ειρωνικό.
Δεν περιμένω να με καταλάβεις αγαπητό μου ημερολόγιο. Μέρες πριν εκείνη την δευτέρα είχα παίξει την συναυλία στο μυαλό μου και την είχα ακούσει ξανά και ξανά στα αυτιά μου. Και μου άρεσε πολύ. Όμως δεν το περίμενα αυτό. Όταν ξεκίνησε το Staralfur έκλεισα τα μάτια και ένας δάκρυνος κόμπος έφραξε τον λαιμό μου. Ναι ήθελα να κλάψω έκλαψα από χαρά στο άκουσμα της πρώτης νότας του δεύτερου τραγουδιού. Ξέρεις ημερολογιάκι μου ότι κλαίω εύκολα και ένα καλό τραγούδι είναι μια εξαίρετη αφορμή για την ανακούφιση των δακρύων. Έτσι ξεκίνησε η όμορφη βραδιά. Με μια αφορμή για δάκρυα χαράς. Ύστερα άρχισε να βρέχει και να σταματάει, ο ουρανός ήταν συννεφιασμένος και κόκκινος, και τα δάκρυα μου ανακατεύτηκαν με τις χοντρές σταγόνες της βροχής… αλλά δεν έγινε έτσι. Φόρεσα την κουκούλα μου, έγειρα το κεφάλι και έκλεισα τα μάτια. Πέρασε μέσα από τα αυτιά μου το Saroglur, το Glosoli (Θεέ μου σταματά να μας βρέχεις και κάτσε να ακούσεις αυτή την θεία μουσική) και διάφορα ανώνυμα τραγούδια που κάποτε αποκτήσαν όνομα και πολύ με λύπησαν γιατί εκείνη η μελωδία, ετούτος εδώ ο θόρυβος δεν έχουν όνομα -δεν πρέπει να ονομάζονται- όπως δεν έχουν στίχους πάρα μόνο μουσική, νότες -όχι όχι νότες, άλλο ήθελα να πω αλλά πώς, οι τρεις τους εκεί πάνω παίζουν και εγώ με κλειστά τα μάτια ακούω και νιώθω, μόνο ακούω και νιώθω, σταματά να βρέχεις, σταματά αέρα, σταματά κοσμε να ακούσεις και να νιώσεις. Το πλήθος βγάζει ένα επιφώνημα θαυμασμού ενώ οι σκέψεις μου δονούνται από βαρυτικά κύματα τα οποία εκπέμπουν τρία σούπερνόβα από την σκηνή. Σηκώνω το κεφάλι και σκουντάω τον JBuddha. Τι έγινε; Ένας κεραυνός πάνω από την σκηνή. Ασήμαντο καθώς η μουσική συνεχίζει. Μόνο για φωτογραφία. Ενώ προσπαθώ να βρω τα λόγια των ανώνυμων τραγουδιών και δεν τα καταφέρνω καλά ανακαλύπτω ότι τα χοπλάντικ είναι αυτό που δύο δεκαετίες τώρα κάνουμε στις ποστ ροκ συναυλίες· επινοούμε μια νέα - δικιά του ο καθένας - γλώσσα για να συντροφέψουμε τις αγαπημένες μας μελωδίες και θορύβους με λόγια. Το απλό άθροισμα των φωνών μας είναι αυτό που κάποιοι τόλμησαν να ξεστομίσουν ως αστείο ή ως προσβολή : ο παραδοσιακός τρόπος των ποστροκάδων.
Και φτάνουμε σιγά σιγά στο τέλος. Ποιο να παίξουν τελευταίο για να μας γαμήσουν τελείως ακόμα και αν ξέρουμε ήδη μέσες άκρες ακριβώς την σειρά των τραγουδιών; Πως βρέθηκα στην κατάσταση που περιέγραψα στην αρχή, να μην μπορώ να γνωρίσω καν ότι ήταν ένα από αυτά τα όνειρα που γίνονται πραγματικότητα δεκαέξι χρόνια μετά; Sven-g-englar, Olsen Olsen, Hoppipolla; Έχει σημασία; Ίσως. Υπάρχουν μερικά τραγούδια για κάθε συγκρότημα που πρέπει να ακούω σε κάθε λάιβ, όπως π. χ. το Fear Satan. Ανώνυμο τραγούδι Νο 8 λοιπόν το επονομαζόμενο και Pop song (Popladig). Είπαμε τα ανώνυμα έπρεπε να παραμείνουν έτσι. Για εμένα το #8 είναι η παρένθεση που κλείνει και όχι το ποπ τραγούδι, για κάποιον άλλο που το ακούει σημαίνει κάτι διαφορετικό, ανάμεσα σε αυτές τις παρενθέσεις του ολόλευκου δίσκου, άδειου από ερμηνείες και ταμπέλες από λόγια παραπλανητικά, τόσο γεμάτου από μουσική και συναίσθημα, ο καθένας βάζει ότι νιώθει.
Κλείνω λοιπόν μια παρένθεση που άνοιξε πριν από δεκαέξι χρόνια όταν μάτωνα τα αυτιά μου και το στόμα μου εκλιπαρώντας όποιον έβρισκα να ακούσει επιτέλους αυτό το δεν-ξέρω-πως-να-το-προφέρω-ακόμα Agaetis Byrjun.)