Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2016

Requiem for Mono of Japan

Οι Μόνο είναι χαρακτηριστικοί γιαπωνέζοι. Πρώτα ενθουσιάζονται με κάτι εξωτικό -για αυτούς- κυρίως από τον δυτικό πολιτισμό. Στην περίπτωση τους το ποστ ροκ των Μogwai. Στην αρχή το αντιγράφουν χωρίς αλλαγές ώστε να γίνουν κάτοχοι του πραγματικοί. Αν δεν κατέχεις κάτι ολοκληρωτικά δεν μπορείς ούτε να το αναπτύξεις ούτε να το καταστρέψεις. Μετά σιγά σιγά το αλλάζουν προσαρμόζοντας το στα μέτρα τους, στην φιλοσοφία τους, στην κάβλα τους. Και τέλος, ακούγοντας τους 20 χρόνια μετά στην ΑΘήνα με το Recoil, Ignite αναρωτιέσαι φωναχτά “Πόσο γαμάτε;!”

Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορώ να σκεφτώ μια πιο ρομαντική ιστορία στο ποστ ροκ από αυτή των Mono. Πριν το Hymn to the Immortal… δεν τους ήξερε κανείς ή μάλλον τους ξέρανε κάτι ποστροκάδες που αγαπούσαν να ακούν μογκουαικά ριφ παντού. Το Ηymn είναι μαγικό, αέρινο, κελαρυστό είναι εύθραυστο είναι η στιγμή που η μπάντα περίμενε σε όλη της την μουσική ζωή. Είναι το σημείο μηδέν, οι Μονo έχουν χαρακτηριστικό ήχο που δεν παραπέμπει σε κανέναν άμεσα. Από αυτό το σημείο υπάρχουν δύο δρόμοι: Να παραμείνουν οι Μόνο του Hymn ή να μας σκίσουν τα αυτιά και τις ποστροκ ψυχές με κάτι άλλο, κάτι αντιηρωικό.

Γι’ αυτό αγαπάμε τους Μόνο. Γιατί ο δύσβατος δρόμος της μουσικής δημιουργίας περνάει μέσα από αποτυχίες, πεσίματα, καταστροφές μέχρι να (-αν) φτάσει στην δεύτερη μαγική στιγμή που απογειώνει μπάντες, ακροατές, κριτικούς, τους πάντες. Και οι Μόνο μετά την αργή προσαρμογή στην ταμπέλα του Ηymn (πρέπει να το απολαύσεις) και την μικρή αποτυχία του Holy Ground και του For my parents αλλάζουν πάλι το χρακτηριστικό τρόπο με τον οποίο κουνιόμαστε εμείς οι ποστροκάδες με το Rays of Darkness. H σκοτεινιά του έχει μια δύναμη που σε παρασέρνει μαζί του στον Άδη να παρακαλέσεις μαζί με τον Ορφέα για την επιστροφή της Μούσα σου, ενώ ξέρεις εκ των προτέρων ότι θα γυρίσεις να κοιτάξεις πίσω. 

Το Requiem from Hell παραπέμπει πάλι σε αυτή την σκοτεινή δύναμη αλλά δεν ήταν γραφτό του να επαναλάβει τα ίδια συναισθήματα με τον προκάτοχο του. Όταν ακούς ότι παραγωγός θα είναι ο Albini, εκτός από την γελοία σκέψη ότι όλοι είχαν τον Αμπίνι παραγωγό, ξέρεις βασικά ότι ο ήχος θα είναι σκληρός, άκαμπτος, ότι οι κιθάρες θα τα δώσουν όλα. Όποιος πέρασε από τα χέρια του, είτε το ήθελε είτε όχι, έκλεισε το μάτι του στο indie και το hardcore και οι Mono δεν είναι εξαίρεση.
Αν και όλος ο δίσκος είναι ένα σχεδόν ενιαίο έργο, μπορώ να τον χωρίσω σε τρία μέρη:

Πρώτο μέρος, Death in Rebirth + Stellar: Επιβεβαιώνει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι ο Τάκα ο οποίος έχει γράψει τον δίσκο μόνος του, έγραψε τραγούδια που επιβαλόταν να παράξει ο Αλμπίνι! Οι κιθάρες εδώ δεν αστειεύονται ούτε κλαψουρίζουν. Μπαίνουν σε πρώτο πλάνο από το ξεκίνημα (βέβαια αν δεν υπήρχαν οι ντράμερ θα σου έλεγα τι ποστ θα ακούγαμε τώρα) και ξέρεις ότι θα κρατήσουν την πρωτιά και θα ξεσπάσουν τόσο έντονα όσο ένα τσουνάμι στο Σινικό Τείχος! Και το κάνουν ακριβώς στο μέσο του κομματιού (ξεσπάνε) χωρίς όμως να έχεις την εντύπωση ότι τελειώσε κιόλας η αναμονή. Είναι αυτό το αίσθημα που οι κορυφαίοι μουσικοί του ποστ έχουν εφεύρει, που το κομμάτι αναπτύσεται σε πολλά επίπεδα και πολλά ξεσπάσματα τα οποία όμως δεν σε τελειώνουν αλλά συνεχίζουν την αναμονή. Θυμάμαι δύο περιστατικά: Με τον JB να περιμένουμε όλο αγωνία να κορυφωθεί το Storm και να λέμε κάθε λίγο “δεν φτάνει ρε φίλε!”. Και σε έναν γάμο όπου περιμένουμε το ζευγάρι να μπει με το Moya αλλά η τελική κορύφωση αργεί βασανιστικά και πέφτει εκεί που δεν την περιμένεις (ή έχεις κουραστεί να περιμένεις.) Έτσι εδώ ένα χαρακτηρικότερο κομμάτι αυτής της τεχνικής δημιουργίας αναμονής και κορύφωσης, το Death in Rebirth τα σπάει Αλμπινικά και ποστροκικά μέχρι να κορυφωθεί και να πέσει στο ξεκίνημα του χαμηλων τόνων Stellar, που είναι μεν ένα όμορφο ιντερλούδιο με έγχορδα και καμπανάκια, πιανάκια αλλά είναι ένα ενδιάμεσο κομμάτι μέχρι να ξεκινήσει το δεύτερο (και καλύτερο;) μέρος.

Δεύτερο μέρος, Requiem from Hell: Παλιά θυμάμαι μου άρεσαν (ακόμα δηλαδή μου αρέσουν) τα πολύ μεγάλα σε διάρκεια κομμάτια ποστ ροκ. Ήμουν τόσο βλαμμένος με την διάρκεια που όταν αγόραζα ένα νέο σι ντι το πρώτο που κοίταζα ήταν τα λεπτά δίπλα στα τραγούδια για να διαλέξω το αγαπημένο μου. Όπως καταλαβαίνετε (αν εξαιρέσουμε τους GYBE!) το My father my king ήταν για πολλά χρόνια το αγαπημένο μου σι ντι. Όχι μόνο έγραφε την διάρκεια κάτω  από τον τίτλο αλλά ήταν 20:12!

Με χαρά θυμήθηκα αυτή μου την μανία μόλις ανακάλυψα ότι το Requiem from Hell διαρκεί 17’ 48’’! Δεν είναι ότι δεν μου αρέσουν τα σύντομα ή κανονικά τραγούδια (όπως το So long, lonesome ή το San Pedro) αλλά πάντα πίστευα ότι στο ποστ ροκ για να ξεδιπλωθεί η μουσική και να κάνει όλα όσα θέλει η μπάντα πρέπει να πάει πιο μακριά. Στην περίπτωση των Mono και του Requiem τα πάντα πάνε κατ’ ευχή. Ξεκινάνε άτσαλα με τις κιθάρες, δίνοντας όμως μία ιδέα για το τι θα ακολουθλησει και το τέμπο μπάινει στα 5’ (!). Από εκείνο το σημείο και μετά μπορείς να απολαύσεις το ποστ ροκ στην πιο αγνή και όμορφη του μορφή, κιθάρες - τέμπο - ντραμς όλα χορεύουν σφιχταγκαλιασμένα παράγοντας μουσική που -πιστέψτε με- μπορείτε και να σιγοτραγουδήσετε στην δουλειά! 

Αυτό διαρκεί περίπου 4’.  Μετά ακολουθεί αυτό που ξεχωρίζει το ποστ ροκ από το ορχηστρικό indie. Για τρία λεπτά η κιθάρα του Τάκα κάνει 35χρονα αγοράκια/κοριτσάκια να ξεχνάνε ότι είναι ετερο- ή ομοφυλόφυλοι και να κουνιουνται ερωτικά όλοι μαζί με τον χαρακτηριστικό τρόπο. Και τέλος μακελειό! Όγκος, κιθάρες, μπάσο ντραμς σπάνε τα όρια της μουσικής για να επανέλθουν μέσα σε αυτόν τον ορυμαγδό το τελευταίο λεπτό στο ριφ που παίζανε στα 4 λεπτά ποστροκίλας. Μόλις τελειώσε το τραγούδι και ανατρίχιασα. Ποτέ δεν θα καταφέρω να βρω τις κατάλληλες λέξεις να περιγράψω τα συναισθήματα που μου δημιουργεί παρότι είναι τόσο έντονα.

Τρίτο μέρος, Ely’s Heartbeat + Last Scene: Το Ely’s Heartbeat έχει τόσο χαρακτηριστικό Monoήχο που είναι περιττό να το περιγράψω. Αυτός ο ήχος κιθάρας που βρίσκεται στο περιθώριο όταν ξεκινάει το τραγούδι, πίσω από τα ντραμς, θα έπρεπε να λέγεται Taka/Mono. Χαρακτηριστικό επίσης είναι και το Last Scene που κλείνει τον -σύντομο- δίσκο. Ξέρεις μετά το τέλος του ομώνυμου κομματιού ότι δεν περιμένεις (και δεν μπορείς να περιμένεις) άλλη κορύφωση στο άλμπουμ. Τα σχεδόν 18 λεπτά του Requiem είναι αυτό που περίμενες από τους Γιαπωνέζουν ποστροκάδες, τώρα πρέπει να το κλείνουν σιγά σιγά και το τελειώνουν πολύ όμορφα είναι η αλήθεια.
Επειδή το Requiem απλά γαμεί αυτό δεν σημαίνει ότι ο υπόλοιπος δίσκος είναι αμελητέος ή απλά συνοδευτικός στο τραγούδι αυτό. Αντίθετα, και θα το διακινδυνεύσω αν και είναι νωρίς, ίσως είναι ένας από του καλύτερους σίδκους όχι μόνο των Mono αλλά και του ποστ ροκ. Άλλωστε με την εμπορευματοποίηση του ήχου των Mogwai και την δεύτερη περίοδο των GYBE! Οι Mono είναι από τα πιο φορμαρισμένα ποστ ροκ συγκροτήματα αυτή την εποχή, παρέα με τους 65daysofstatic και τους Explosions in the sky.

Για κατακλείδα ας προσευχηθούμε όλοι στον Άγιο προστάτη των απανταχού ποστροκάδων και τσιπουρολάτρων να τους ξαναδούμε στην Αθήνα σύντομα γιατί μία φορά φέτος δεν είναι αρκετή.

Requiem for Mono of Japan

Οι Μόνο είναι χαρακτηριστικοί γιαπωνέζοι. Πρώτα ενθουσιάζονται με κάτι εξωτικό -για αυτούς- κυρίως από τον δυτικό πολιτισμό. Στην περίπτωση τους το ποστ ροκ των Μogwai. Στην αρχή το αντιγράφουν χωρίς αλλαγές ώστε να γίνουν κάτοχοι του πραγματικοί. Αν δεν κατέχεις κάτι ολοκληρωτικά δεν μπορείς ούτε να το αναπτύξεις ούτε να το καταστρέψεις. Μετά σιγά σιγά το αλλάζουν προσαρμόζοντας το στα μέτρα τους, στην φιλοσοφία τους, στην κάβλα τους. Και τέλος, ακούγοντας τους 20 χρόνια μετά στην ΑΘήνα με το Recoil, Ignite αναρωτιέσαι φωναχτά “Πόσο γαμάτε;!”

Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορώ να σκεφτώ μια πιο ρομαντική ιστορία στο ποστ ροκ από αυτή των Mono. Πριν το Hymn to the Immortal… δεν τους ήξερε κανείς ή μάλλον τους ξέρανε κάτι ποστροκάδες που αγαπούσαν να ακούν μογκουαικά ριφ παντού. Το Ηymn είναι μαγικό, αέρινο, κελαρυστό είναι εύθραυστο είναι η στιγμή που η μπάντα περίμενε σε όλη της την μουσική ζωή. Είναι το σημείο μηδέν, οι Μονo έχουν χαρακτηριστικό ήχο που δεν παραπέμπει σε κανέναν άμεσα. Από αυτό το σημείο υπάρχουν δύο δρόμοι: Να παραμείνουν οι Μόνο του Hymn ή να μας σκίσουν τα αυτιά και τις ποστροκ ψυχές με κάτι άλλο, κάτι αντιηρωικό.

Γι’ αυτό αγαπάμε τους Μόνο. Γιατί ο δύσβατος δρόμος της μουσικής δημιουργίας περνάει μέσα από αποτυχίες, πεσίματα, καταστροφές μέχρι να (-αν) φτάσει στην δεύτερη μαγική στιγμή που απογειώνει μπάντες, ακροατές, κριτικούς, τους πάντες. Και οι Μόνο μετά την αργή προσαρμογή στην ταμπέλα του Ηymn (πρέπει να το απολαύσεις) και την μικρή αποτυχία του Holy Ground και του For my parents αλλάζουν πάλι το χρακτηριστικό τρόπο με τον οποίο κουνιόμαστε εμείς οι ποστροκάδες με το Rays of Darkness. H σκοτεινιά του έχει μια δύναμη που σε παρασέρνει μαζί του στον Άδη να παρακαλέσεις μαζί με τον Ορφέα για την επιστροφή της Μούσα σου, ενώ ξέρεις εκ των προτέρων ότι θα γυρίσεις να κοιτάξεις πίσω. 

Το Requiem from Hell παραπέμπει πάλι σε αυτή την σκοτεινή δύναμη αλλά δεν ήταν γραφτό του να επαναλάβει τα ίδια συναισθήματα με τον προκάτοχο του. Όταν ακούς ότι παραγωγός θα είναι ο Albini, εκτός από την γελοία σκέψη ότι όλοι είχαν τον Αμπίνι παραγωγό, ξέρεις βασικά ότι ο ήχος θα είναι σκληρός, άκαμπτος, ότι οι κιθάρες θα τα δώσουν όλα. Όποιος πέρασε από τα χέρια του, είτε το ήθελε είτε όχι, έκλεισε το μάτι του στο indie και το hardcore και οι Mono δεν είναι εξαίρεση.
Αν και όλος ο δίσκος είναι ένα σχεδόν ενιαίο έργο, μπορώ να τον χωρίσω σε τρία μέρη:

Πρώτο μέρος, Death in Rebirth + Stellar: Επιβεβαιώνει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι ο Τάκα ο οποίος έχει γράψει τον δίσκο μόνος του, έγραψε τραγούδια που επιβαλόταν να παράξει ο Αλμπίνι! Οι κιθάρες εδώ δεν αστειεύονται ούτε κλαψουρίζουν. Μπαίνουν σε πρώτο πλάνο από το ξεκίνημα (βέβαια αν δεν υπήρχαν οι ντράμερ θα σου έλεγα τι ποστ θα ακούγαμε τώρα) και ξέρεις ότι θα κρατήσουν την πρωτιά και θα ξεσπάσουν τόσο έντονα όσο ένα τσουνάμι στο Σινικό Τείχος! Και το κάνουν ακριβώς στο μέσο του κομματιού (ξεσπάνε) χωρίς όμως να έχεις την εντύπωση ότι τελειώσε κιόλας η αναμονή. Είναι αυτό το αίσθημα που οι κορυφαίοι μουσικοί του ποστ έχουν εφεύρει, που το κομμάτι αναπτύσεται σε πολλά επίπεδα και πολλά ξεσπάσματα τα οποία όμως δεν σε τελειώνουν αλλά συνεχίζουν την αναμονή. Θυμάμαι δύο περιστατικά: Με τον JB να περιμένουμε όλο αγωνία να κορυφωθεί το Storm και να λέμε κάθε λίγο “δεν φτάνει ρε φίλε!”. Και σε έναν γάμο όπου περιμένουμε το ζευγάρι να μπει με το Moya αλλά η τελική κορύφωση αργεί βασανιστικά και πέφτει εκεί που δεν την περιμένεις (ή έχεις κουραστεί να περιμένεις.) Έτσι εδώ ένα χαρακτηρικότερο κομμάτι αυτής της τεχνικής δημιουργίας αναμονής και κορύφωσης, το Death in Rebirth τα σπάει Αλμπινικά και ποστροκικά μέχρι να κορυφωθεί και να πέσει στο ξεκίνημα του χαμηλων τόνων Stellar, που είναι μεν ένα όμορφο ιντερλούδιο με έγχορδα και καμπανάκια, πιανάκια αλλά είναι ένα ενδιάμεσο κομμάτι μέχρι να ξεκινήσει το δεύτερο (και καλύτερο;) μέρος.

Δεύτερο μέρος, Requiem from Hell: Παλιά θυμάμαι μου άρεσαν (ακόμα δηλαδή μου αρέσουν) τα πολύ μεγάλα σε διάρκεια κομμάτια ποστ ροκ. Ήμουν τόσο βλαμμένος με την διάρκεια που όταν αγόραζα ένα νέο σι ντι το πρώτο που κοίταζα ήταν τα λεπτά δίπλα στα τραγούδια για να διαλέξω το αγαπημένο μου. Όπως καταλαβαίνετε (αν εξαιρέσουμε τους GYBE!) το My father my king ήταν για πολλά χρόνια το αγαπημένο μου σι ντι. Όχι μόνο έγραφε την διάρκεια κάτω  από τον τίτλο αλλά ήταν 20:12!

Με χαρά θυμήθηκα αυτή μου την μανία μόλις ανακάλυψα ότι το Requiem from Hell διαρκεί 17’ 48’’! Δεν είναι ότι δεν μου αρέσουν τα σύντομα ή κανονικά τραγούδια (όπως το So long, lonesome ή το San Pedro) αλλά πάντα πίστευα ότι στο ποστ ροκ για να ξεδιπλωθεί η μουσική και να κάνει όλα όσα θέλει η μπάντα πρέπει να πάει πιο μακριά. Στην περίπτωση των Mono και του Requiem τα πάντα πάνε κατ’ ευχή. Ξεκινάνε άτσαλα με τις κιθάρες, δίνοντας όμως μία ιδέα για το τι θα ακολουθλησει και το τέμπο μπάινει στα 5’ (!). Από εκείνο το σημείο και μετά μπορείς να απολαύσεις το ποστ ροκ στην πιο αγνή και όμορφη του μορφή, κιθάρες - τέμπο - ντραμς όλα χορεύουν σφιχταγκαλιασμένα παράγοντας μουσική που -πιστέψτε με- μπορείτε και να σιγοτραγουδήσετε στην δουλειά! 

Αυτό διαρκεί περίπου 4’.  Μετά ακολουθεί αυτό που ξεχωρίζει το ποστ ροκ από το ορχηστρικό indie. Για τρία λεπτά η κιθάρα του Τάκα κάνει 35χρονα αγοράκια/κοριτσάκια να ξεχνάνε ότι είναι ετερο- ή ομοφυλόφυλοι και να κουνιουνται ερωτικά όλοι μαζί με τον χαρακτηριστικό τρόπο. Και τέλος μακελειό! Όγκος, κιθάρες, μπάσο ντραμς σπάνε τα όρια της μουσικής για να επανέλθουν μέσα σε αυτόν τον ορυμαγδό το τελευταίο λεπτό στο ριφ που παίζανε στα 4 λεπτά ποστροκίλας. Μόλις τελειώσε το τραγούδι και ανατρίχιασα. Ποτέ δεν θα καταφέρω να βρω τις κατάλληλες λέξεις να περιγράψω τα συναισθήματα που μου δημιουργεί παρότι είναι τόσο έντονα.

Τρίτο μέρος, Ely’s Heartbeat + Last Scene: Το Ely’s Heartbeat έχει τόσο χαρακτηριστικό Monoήχο που είναι περιττό να το περιγράψω. Αυτός ο ήχος κιθάρας που βρίσκεται στο περιθώριο όταν ξεκινάει το τραγούδι, πίσω από τα ντραμς, θα έπρεπε να λέγεται Taka/Mono. Χαρακτηριστικό επίσης είναι και το Last Scene που κλείνει τον -σύντομο- δίσκο. Ξέρεις μετά το τέλος του ομώνυμου κομματιού ότι δεν περιμένεις (και δεν μπορείς να περιμένεις) άλλη κορύφωση στο άλμπουμ. Τα σχεδόν 18 λεπτά του Requiem είναι αυτό που περίμενες από τους Γιαπωνέζουν ποστροκάδες, τώρα πρέπει να το κλείνουν σιγά σιγά και το τελειώνουν πολύ όμορφα είναι η αλήθεια.
Επειδή το Requiem απλά γαμεί αυτό δεν σημαίνει ότι ο υπόλοιπος δίσκος είναι αμελητέος ή απλά συνοδευτικός στο τραγούδι αυτό. Αντίθετα, και θα το διακινδυνεύσω αν και είναι νωρίς, ίσως είναι ένας από του καλύτερους σίδκους όχι μόνο των Mono αλλά και του ποστ ροκ. Άλλωστε με την εμπορευματοποίηση του ήχου των Mogwai και την δεύτερη περίοδο των GYBE! Οι Mono είναι από τα πιο φορμαρισμένα ποστ ροκ συγκροτήματα αυτή την εποχή, παρέα με τους 65daysofstatic και τους Explosions in the sky.

Για κατακλείδα ας προσευχηθούμε όλοι στον Άγιο προστάτη των απανταχού ποστροκάδων και τσιπουρολάτρων να τους ξαναδούμε στην Αθήνα σύντομα γιατί μία φορά φέτος δεν είναι αρκετή.